Είπε ο Απολλώνιος: «Θα σας ρωτήσω πρώτα για τους θεούς, τι είναι αυτό που μάθατε και δημιουργήσατε την παράδοση στους ανθρώπους εδώ για ανάρμοστες και γελοίες απεικονίσεις των θεών, πλην ολίγων· τι ολίγων δηλαδή; ελαχίστων θεών οι παραστάσεις έχουν αποδοθεί σοφά και θεόμορφα, ενώ οι υπόλοιπες ιερές σας παραστάσεις δείχνουν μάλλον να τιμούν άλογα και ασήμαντα ζώα παρά θεούς.»
Ο Θεσπεσίων δυσανασχέτησε και είπε: «Τα δικά σας αγάλματα πώς θα πεις ότι είναι κατασκευασμένα;»
«Όπως είναι πιο ωραίο» είπε «και πιο ευσεβές να δημιουργεί κάποιος θεούς.»
«Τον Δία ασφαλώς εννοείς στην Ολυμπία και το είδωλο της Αθηνάς και της Κνιδίας και της Αργείας και όσα είναι σαν κι αυτά ωραία και γεμάτα χάρη.»
«Όχι μόνον αυτά, αλλά γενικότερα εννοώ ότι η αγαλματοποιία των άλλων ανταποκρίνεται σ’ εκείνο που αρμόζει και ότι αντιθέτως εσείς γελοιοποιείτε το θείο μάλλον παρά το τιμάτε.»
«Και οι Φειδίες και οι Πραξιτέλες μήπως, αφού ανέβηκαν στον ουρανό και αποτύπωσαν σε κέρινα εκμαγεία την μορφή των θεών, τις απέδωσαν εν συνεχεία με την τέχνη τους, ή μήπως ήταν κάτι άλλο αυτό που τους καθοδήγησε στο πλάσιμο;»
«Κάτι άλλο και γεμάτο σοφία.»
«Ποιο; Γιατί δεν θα πεις ασφαλώς κάτι άλλο από την μίμηση.»
«Η φαντασία τα έκανε αυτά, η οποία είναι δημιουργός σοφώτερη από την μίμηση· διότι η μίμηση θα δημιουργήσει αυτό που είδε, η φαντασία όμως κι εκείνο που δεν είδε, διότι αυτό θα τεθεί ως βάση για την αναγωγή στο πρότυπο· την μίμηση εξ άλλου την απωθεί πολλές φορές ο τρόμος, την φαντασία όμως τίποτε, διότι αυτή προχωρεί ατάραχη προς εκείνο το οποίο έθεσε η ίδια έθεσε ως βάση. Και πρέπει ίσως όταν στοχάζεσαι την μορφή του Διός, να βλέπεις αυτόν σε σχέση με τον ουρανό, τις εποχές και τα άστρα, όπως ακριβώς τότε και ο Φειδίας ξεκίνησε το έργο του, και όταν επρόκειτο να δημιουργήσει την Αθηνά, ότι σκεπτόταν στρατόπεδα, σοφία, τέχνες, και το γεγονός ότι αυτή αναπήδησε από το κεφάλι του ίδιου του Διός. Αν όμως, αφού κατασκευάσεις γεράκι ή κουκουβάγια ή λύκο ή σκύλο, τα φέρεις αυτά στα ιερά αντί για τον Ερμή, την Αθηνά και τον Απόλλωνα, τα θηρία και τα όρνια θα φανούν ασφαλώς αξιοζήλευτα χάρη στις εικόνες, οι θεοί όμως θα χάσουν πάρα πολύ από το μεγαλείο τους.»
«Δείχνεις να εξετάζεις με επιπολαιότητα τα δικά μας· σοφό όμως, αν κάτι τέτοιο υπάρχει στους Αιγυπτίους, θεωρείται και το να μην είναι κανείς υπερβολικά τολμηρός στην απόδοση των θεϊκών μορφών, αλλά να τις κάνει συμβολικές και υπονοούμενες, διότι έτσι θα φαίνονταν πιο σεβάσμιες.»
Τότε ο Απολλώνιος γέλασε και είπε ειρωνικά: «Άνθρωποι, έχετε ωφεληθεί πολύ από την σοφία των Αιγυπτίων και των Αιθιόπων, εάν πιο αξιοσέβαστο και θεόμορφο θα θεωρείται από εσάς η ίβις, το σκυλί και ο τράγος, γιατί αυτά ακούω από τον Θεσπεσίωνα τον σοφό. Τι το σεβαστό υπάρχει όμως σ’ αυτά ή τι που να προκαλεί φόβο; Διότι οι επίορκοι, οι ιερόσυλοι, καθώς και τα ασεβή έθνη είναι φυσικό να περιφρονούν παρά να φοβούνται αυτά τα ιερά δημιουργήματα· εφ’ όσον όμως τα ιερά υπονοούν κάτι σεβαστότερο, πολύ πιο σεβάσμιοι θα ήταν οι θεοί στην Αίγυπτο αν δεν στηνόταν κανένα άγαλμά τους και χρησιμοποιούσατε κάποιον άλλο τρόπο σοφώτερο και πιο μυστηριακό για την θεολογία· διότι θα ήταν δυνατό να ανοικοδομήσετε προς τιμήν τους ναό και να ορίσετε ποια πρέπει να θυσιάζουν και ποια όχι, πότε και για πόσο διάστημα, καθώς και τι λέγοντας και εκτελώντας· άγαλμα όμως να μην βάζετε στον ναό, αλλά τις μορφές των θεών να τις αφήνετε στην φαντασία αυτών που συχνάζουν στους ναούς, διότι ο νους χαράζει μέσα του και σχηματίζει κάτι ανώτερο από την δημιουργία· αντιθέτως, εσείς στερήσατε την δυνατότητα από τους θεούς και να βλέπονται και να υπονοούνται ωραίοι.»
Σ’ αυτά ο Θεσπεσίων είπε: «Υπήρξε κάποιος Αθηναίος, ο Σωκράτης, ένας ανόητος γέρος όπως ακριβώς εμείς, ο οποίος τον σκύλο, την χήνα και τον πλάτανο, τα θεωρούσε θεούς και ορκιζόταν σ’ αυτά.»
«Όχι ανόητος, αλλά θείος και πράγματι σοφός, διότι ορκιζόταν σ’ αυτά όχι ως προς θεούς, αλλά για να μην ορκίζεται στους θεούς.»
Βίος Απολλωνίου, Βιβλίο Ζ, Κεφάλαιο ΧΙΧ
Ο Θεσπεσίων δυσανασχέτησε και είπε: «Τα δικά σας αγάλματα πώς θα πεις ότι είναι κατασκευασμένα;»
«Όπως είναι πιο ωραίο» είπε «και πιο ευσεβές να δημιουργεί κάποιος θεούς.»
«Τον Δία ασφαλώς εννοείς στην Ολυμπία και το είδωλο της Αθηνάς και της Κνιδίας και της Αργείας και όσα είναι σαν κι αυτά ωραία και γεμάτα χάρη.»
«Όχι μόνον αυτά, αλλά γενικότερα εννοώ ότι η αγαλματοποιία των άλλων ανταποκρίνεται σ’ εκείνο που αρμόζει και ότι αντιθέτως εσείς γελοιοποιείτε το θείο μάλλον παρά το τιμάτε.»
«Και οι Φειδίες και οι Πραξιτέλες μήπως, αφού ανέβηκαν στον ουρανό και αποτύπωσαν σε κέρινα εκμαγεία την μορφή των θεών, τις απέδωσαν εν συνεχεία με την τέχνη τους, ή μήπως ήταν κάτι άλλο αυτό που τους καθοδήγησε στο πλάσιμο;»
«Κάτι άλλο και γεμάτο σοφία.»
«Ποιο; Γιατί δεν θα πεις ασφαλώς κάτι άλλο από την μίμηση.»
«Η φαντασία τα έκανε αυτά, η οποία είναι δημιουργός σοφώτερη από την μίμηση· διότι η μίμηση θα δημιουργήσει αυτό που είδε, η φαντασία όμως κι εκείνο που δεν είδε, διότι αυτό θα τεθεί ως βάση για την αναγωγή στο πρότυπο· την μίμηση εξ άλλου την απωθεί πολλές φορές ο τρόμος, την φαντασία όμως τίποτε, διότι αυτή προχωρεί ατάραχη προς εκείνο το οποίο έθεσε η ίδια έθεσε ως βάση. Και πρέπει ίσως όταν στοχάζεσαι την μορφή του Διός, να βλέπεις αυτόν σε σχέση με τον ουρανό, τις εποχές και τα άστρα, όπως ακριβώς τότε και ο Φειδίας ξεκίνησε το έργο του, και όταν επρόκειτο να δημιουργήσει την Αθηνά, ότι σκεπτόταν στρατόπεδα, σοφία, τέχνες, και το γεγονός ότι αυτή αναπήδησε από το κεφάλι του ίδιου του Διός. Αν όμως, αφού κατασκευάσεις γεράκι ή κουκουβάγια ή λύκο ή σκύλο, τα φέρεις αυτά στα ιερά αντί για τον Ερμή, την Αθηνά και τον Απόλλωνα, τα θηρία και τα όρνια θα φανούν ασφαλώς αξιοζήλευτα χάρη στις εικόνες, οι θεοί όμως θα χάσουν πάρα πολύ από το μεγαλείο τους.»
«Δείχνεις να εξετάζεις με επιπολαιότητα τα δικά μας· σοφό όμως, αν κάτι τέτοιο υπάρχει στους Αιγυπτίους, θεωρείται και το να μην είναι κανείς υπερβολικά τολμηρός στην απόδοση των θεϊκών μορφών, αλλά να τις κάνει συμβολικές και υπονοούμενες, διότι έτσι θα φαίνονταν πιο σεβάσμιες.»
Τότε ο Απολλώνιος γέλασε και είπε ειρωνικά: «Άνθρωποι, έχετε ωφεληθεί πολύ από την σοφία των Αιγυπτίων και των Αιθιόπων, εάν πιο αξιοσέβαστο και θεόμορφο θα θεωρείται από εσάς η ίβις, το σκυλί και ο τράγος, γιατί αυτά ακούω από τον Θεσπεσίωνα τον σοφό. Τι το σεβαστό υπάρχει όμως σ’ αυτά ή τι που να προκαλεί φόβο; Διότι οι επίορκοι, οι ιερόσυλοι, καθώς και τα ασεβή έθνη είναι φυσικό να περιφρονούν παρά να φοβούνται αυτά τα ιερά δημιουργήματα· εφ’ όσον όμως τα ιερά υπονοούν κάτι σεβαστότερο, πολύ πιο σεβάσμιοι θα ήταν οι θεοί στην Αίγυπτο αν δεν στηνόταν κανένα άγαλμά τους και χρησιμοποιούσατε κάποιον άλλο τρόπο σοφώτερο και πιο μυστηριακό για την θεολογία· διότι θα ήταν δυνατό να ανοικοδομήσετε προς τιμήν τους ναό και να ορίσετε ποια πρέπει να θυσιάζουν και ποια όχι, πότε και για πόσο διάστημα, καθώς και τι λέγοντας και εκτελώντας· άγαλμα όμως να μην βάζετε στον ναό, αλλά τις μορφές των θεών να τις αφήνετε στην φαντασία αυτών που συχνάζουν στους ναούς, διότι ο νους χαράζει μέσα του και σχηματίζει κάτι ανώτερο από την δημιουργία· αντιθέτως, εσείς στερήσατε την δυνατότητα από τους θεούς και να βλέπονται και να υπονοούνται ωραίοι.»
Σ’ αυτά ο Θεσπεσίων είπε: «Υπήρξε κάποιος Αθηναίος, ο Σωκράτης, ένας ανόητος γέρος όπως ακριβώς εμείς, ο οποίος τον σκύλο, την χήνα και τον πλάτανο, τα θεωρούσε θεούς και ορκιζόταν σ’ αυτά.»
«Όχι ανόητος, αλλά θείος και πράγματι σοφός, διότι ορκιζόταν σ’ αυτά όχι ως προς θεούς, αλλά για να μην ορκίζεται στους θεούς.»
Βίος Απολλωνίου, Βιβλίο Ζ, Κεφάλαιο ΧΙΧ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια με greeklish δεν γίνονται δεκτά.