Translate

Σάββατο 9 Σεπτεμβρίου 2023

Τι πίστευαν οι πρώτοι Χριστιανοί;

 

 
Αντίθετα με αυτά που πιστεύουν σήμερα οι περισσότεροι Χριστιανοί, ο πρώιμος Χριστιανισμός δεν υπήρξε ποτέ ως ενιαίο δόγμα το οποίο διαχωρίστηκε σε αιρέσεις αργότερα. Οι αιρέσεις υπήρχαν εξ αρχής, με αρκετά διαφορετικές απόψεις ως προς θεμελιώδη ζητήματα της θρησκείας. Μία από αυτές για παράδειγμα ήταν ο Δοκητισμός ο οποίος δεν πίστευε ότι ο Ιησούς είχε όντως πεθάνει και αναστηθεί αλλά το σώμα του ήταν κάτι σαν φάντασμα. Ουσιαστικά εκείνοι οι Χριστιανοί πίστευαν σε έναν αιθέριο Ιησού ο οποίος ουδέποτε περπάτησε επί της γης (κάτι τέτοιο φαίνεται και στις επιστολές του Παύλου). Η εκ πρώτης όψεως εξωπραγματική αυτή θέση υποστηρίζεται και από τα κείμενα δύο Χριστιανών απολογητών του 2ου αιώνα οι οποίοι απλώς και πέρα από κάθε προσδοκία αγνοούν τελείως τον Ιησού.
 
Ο πρώτος είναι ο φιλόσοφος και απολογητής Αθηναγόρας ο οποίος στο έργο του Πρεσβεία περί Χριστιανών υπερασπίζεται την χριστιανική πίστη απευθυνόμενος στον αυτοκράτορα Αυρήλιο. Αν και παρουσιάζει εκτενώς τις χριστιανικές διδασκαλίες και αναφέρεται στους Μωυσή, Ησαΐα, Ιερεμία και λοιπούς προφήτες, εν τούτοις δεν υπάρχει η παραμικρή μνεία στον Ιησού (πλην μιας αόριστης αναφοράς σε κάποιον γιο του θεού). Η ίδια σιγή παρατηρείται και στο δεύτερο έργο του Περί Αναστάσεως Νεκρών όπου και πάλι δεν διαβάζουμε τίποτα για τον Ιησού, την ανάστασή του ή τους νεκρούς που ανέστησε.
 
Το ίδιο συμβαίνει με τον Επίσκοπο Αντιοχείας Θεόφιλο. Στο απολογητικό του έργο Προς Αυτόλυκον δεν αναφέρει κανέναν Χριστό αλλά λέει ότι οι Χριστιανοί ονομάζονται έτσι επειδή έχουν χριστεί με το έλαιο του θεού:
 
τοιγαροῦν ἡμεῖς τούτου εἵνεκεν καλούμεθα χριστιανοὶ ὅτι χριόμεθα ἔλαιον θεοῦ
 
Περισσότερο συγκλονιστική είναι η επόμενη παράγραφος όπου ο Θεόφιλος καταπιάνεται με το θέμα της αναστάσεως των νεκρών. Ο Αυτόλυκος λοιπόν του ζητάει να του δείξει έστω έναν αναστημένο νεκρό:
 
Δεῖξόν μοι κἂν ἕνα ἐγερθέντα ἐκ νεκρῶν, ἵνα ἰδὼν πιστεύσω
 
Και τι του απαντάει ο Θεόφιλος; Τίποτα απολύτως! Ούτε λέξη για την ανάσταση του Ιησού. Αναγκάζεται να καταφύγει σε γενικότητες για τους ... καρπούς των δένδρων και τον κύκλο της σελήνης. Στο δε τρίτο βιβλίο όπου καταφέρεται εναντίον των ελληνικών δοξασιών, αναφέρεται μόνο σε πρόσωπα της Παλαιάς Διαθήκης:

- Τούτου μὲν οὖν τοῦ θείου νόμου διάκονος γεγένηται Μωσῆς

- Περὶ μὲν οὖν τῆς μετανοίας Ἠσαΐας ὁ προφήτης

- καὶ ἕτερος προφήτης Ἐζεχιήλ φησιν

-  καὶ ἕτερος, Ἱερεμίας

- Σολομὼν μὲν οὖν, ὁ βασιλεὺς καὶ προφήτης γενόμενος
 
Και όταν τελικά φτάνει στις χριστιανικές διδασκαλίες, δεν αναφέρει κανέναν Ιησού ή έστω τον Κύριο αλλά την... φωνή του ευαγγελίου:
 
ἡ δὲ εὐαγγέλιος φωνὴ ἐπιτατικώτερον διδάσκει περὶ ἁγνείας λέγουσα

Το έργο μάλιστα κλείνει με μια χρονογραφία από την δημιουργία του κόσμου μέχρι τον Αυρήλιο. Και πάλι δεν υπάρχει ούτε νύξη για τον Ιησού. Έχουμε λοιπόν συγγραφείς οι οποίοι αν και Χριστιανοί, αγνοούν πλήρως κάποιον Χριστό ο οποίος είχε ζήσει λίγες δεκαετίες πριν και είχε διδάξει όλα όσα πρεσβεύουν ενώ ταυτοχρόνως πέθανε και αναστήθηκε, καθώς τα ευαγγέλια που διαθέτουν προφανώς δεν γράφουν τίποτα σχετικό.
 
Η ύπαρξη αυτών των δοξασιών μαρτυρείται σαφώς και στην Καινή Διαθήκη. Στην πρώτη επιστολή Ιωάννου διαβάζουμε για κάποιους αντίχριστους ψευδοπροφήτες οι οποίοι βρίσκονται ήδη στον κόσμο και δεν ομολογούν την ενσάρκωση του Ιησού (4:1):

πολλοὶ ψευδοπροφῆται ἐξεληλύθασιν εἰς τὸν κόσμον [...]   καὶ πᾶν πνεῦμα ὃ μὴ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι· καὶ τοῦτό ἐστι τὸ τοῦ ἀντιχρίστου ὃ ἀκηκόατε ὅτι ἔρχεται, καὶ νῦν ἐν τῷ κόσμῳ ἐστὶν ἤδη.

Ομοίως στην δεύτερη επιστολή Ιωάννου (1:7):
 
ὅτι πολλοὶ πλάνοι εἰσῆλθον εἰς τὸν κόσμον, οἱ μὴ ὁμολογοῦντες Ἰησοῦν Χριστὸν ἐρχόμενον ἐν σαρκί· οὗτός ἐστιν ὁ πλάνος καὶἀντίχριστος.
 
Προκύπτει λοιπόν το απροσδόκητο γεγονός της ύπαρξης Χριστιανών οι οποίοι αγνοούσαν τελείως κάποιον θαυματοποιό προφήτη από την Γαλιλαία ονόματι Ιησού (ή θεωρούσαν ότι επρόκειτο για ουράνιο ον) κάτι που αποδεικνύει ότι οι απαρχές του Χριστιανισμού είναι πολύ διαφορετικές από τις παραδεκτές.

Ο αιρετικός Μαρκίων

 


 

Ποιος ήταν ο Μαρκίων;

Ήταν σίγουρα ο πιο αμφιλεγόμενος και ταυτοχρόνως ο σημαντικότερος θεολόγος του δεύτερου αιώνα, το πρόσωπο του οποίου η πραγματική σημασία τόσο για την προέλευση όσο και, όπως θα δούμε, για το περιεχόμενο του σημερινού βιβλικού κανόνα μας, ήτοι την συλλογή των είκοσι επτά κειμένων της Καινής Διαθήκης, μέχρι σήμερα ελάχιστα αναγνωρίζεται. Για τους αντιπάλους του, τους Καθολικούς Χριστιανούς, ο Μαρκίων ήταν καθαρά και απλά ο «κύριος αιρετικός», η ενσάρκωση του κακού, ο «πρωτότοκος του Σατανά». Από την άλλη, οι φίλοι και οι οπαδοί του τον τιμούσαν ως τον μεγάλο χριστιανό δάσκαλο. Όταν έβλεπαν  προς τον ουρανό, τον είδαν να στέκεται στα αριστερά του Χριστού (η δεξιά πλευρά προοριζόταν για τον Παύλο). 
 
Η έχθρα της Καθολικής Εκκλησίας εκείνη την εποχή για τον αρχιαιρετικό είναι εύκολο να εξηγηθεί αν σκεφτεί κανείς ότι στην εποχή τους ο Μαρκίων και οι οπαδοί του αντιπροσώπευαν έναν από τους ισχυρότερους και πιο επικίνδυνους ανταγωνιστές τους. Ο Μαρκίων δεν ήταν μόνο δάσκαλος, αλλά ήταν επίσης ενεργός ως ιδρυτής των δικών του εκκλησιών, οι οποίες ονομάστηκαν από αυτόν (όπως οι Λουθηρανοί ονομάστηκαν αργότερα από τον Λούθηρο) και διαδόθηκαν σε ολόκληρο τον κόσμο από την Ρώμη μέχρι την Έδεσσα (σημερινή Συρία).
 
Τον δεύτερο και τρίτο αιώνα η εκκλησία των Μαρκιωνιτών ήταν απλώς η αντίθεση στην Καθολική εκκλησία και για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν ανώτερη από αυτήν σε δύναμη και επιρροή. «Η αιρετική παράδοση του Μαρκίωνα έχει γεμίσει ολόκληρο τον κόσμο», παραπονιέται ακόμη ο Καθολικός Τερτυλλιανός (ακολουθώντας τον Ιουστίνο) στις αρχές του τρίτου αιώνα, στο έργο μαμούθ του εναντίον του Μαρκίωνα, που είχε ως μοναδικό σκοπό την εξόντωση της καταραμένης αίρεσης των Μαρκιωνιτών. Ακόμα και ο αντίπαλος των Χριστιανών Κέλσος, στην διαμάχη με τον Ωριγένη, αντιλαμβανόταν ότι «Χριστιανοί» σήμαινε κυρίως Μαρκιωνίτες Χριστιανοί – κάτι που επιτρέπει ένα σημαντικό συμπέρασμα σχετικά με την εξάπλωση του Μαρκιωνισμού αυτή την εποχή. [...]

Ως πλοιοκτήτης και έμπορος, ο Μαρκίων πιστεύεται ότι διέμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Μικρά Ασία, όπου προφανώς απέκτησε μεγάλο χρηματικό ποσό, ώσπου τελικά, «ήδη γέροντας» (πιθανώς γύρω στα 60), «μετά τον θάνατο του επισκόπου Υγίνου» (140 ΚΕ), ήρθε στην Ρώμη. Το αν και σε ποιο βαθμό ο Μαρκίων ήταν ήδη ενεργός ως ιεραπόστολος πριν έρθει στην Ρώμη, αμφισβητείται. Ενώ ο Harnack και άλλοι ερευνητές πιστεύουν ότι ο Μαρκίων άρχισε να ιδρύει δικές του χριστιανικές εκκλησίες μόνο μετά την παραμονή του στην Ρώμη, πολλοί μελετητές είναι της άποψης ότι ο Μαρκίων άρχισε ήδη να χτίζει την Εκκλησία του πριν έρθει στην Ρώμη. Σε γενικές γραμμές, η τελευταία άποψη φαίνεται πολύ πιο εύλογη. Δεδομένου ότι ήδη από τα μέσα του αιώνα ο καθολικός Ιουστίνος μπορεί να παρατηρήσει ότι οι εκκλησίες των Μαρκιωνιτών είναι διασκορπισμένες σε ολόκληρο τον κόσμο (Apol., 1.58), ο Μαρκίων πρέπει να είχε ήδη δραστηριοποιηθεί ως ιεραπόστολος και να είχε ιδρύσει τις δικές του εκκλησίες πριν από την διαμονή του στην Ρώμη, όπου αυτές οι εκκλησίες, φυσικά, θα μπορούσαν να έχουν μια χαλαρή σχέση με την Καθολική εκκλησία της Ρώμης. Η τεράστια εξάπλωση των Μαρκιωνικών εκκλησιών σε ολόκληρη την περιοχή της Μεσογείου δεν μπορεί να εξηγηθεί αν αυτό συνέβη σε μιάμιση δεκαετία, πλην του γεγονότος ότι δύσκολα μπορεί κανείς να πιστώσει ένα τόσο γιγάντιο ιεραποστολικό επίτευγμα σε έναν άνθρωπο που ήταν ήδη «κάπως ηλικιωμένος».
 
Στην Ρώμη συμβαίνει τώρα ένα γεγονός με μεγάλη σημασία για την περαιτέρω ανάπτυξη της εκκλησιαστικής ιστορίας: ο Μαρκίων αφορίζεται (πιθανώς το 144 ΚΕ, τον Ιούλιο;). Από αυτή την στιγμή, η Μαρκιωνική και η Καθολική Εκκλησία ήταν αντίθετες μεταξύ τους, όπως στην δική μας εποχή, για παράδειγμα, ο Προτεσταντισμός και ο Καθολικισμός βρίσκονται σε αντίθεση μεταξύ τους. [...]

Η τεράστια επιτυχία που είχε το μήνυμα του Μαρκίωνα στο ανατολικό τμήμα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και θα συνέχιζε να έχει Όπως έδειξε ο W. Bauer, η πλειονότητα των εκκλησιών στην Ελλάδα, την Μικρά Ασία και την Εγγύς Ανατολή φαίνεται να ήταν Μαρκιωνικές δεν μπορούσε να επαναληφθεί στην Δύση. Όπως δείχνει ο αφορισμός του το 144 ΚΕ, μετά από παρατεταμένους δισταγμούς ο Μαρκίων έλαβε μια σαφή απόκρουση. Σε αυτό συνέβαλε ασφαλώς το γεγονός ότι στην ρωμαϊκή εκκλησία, όπου ο Μαρκίων παρουσίασε την θεολογία του, οι Εβραίοι Χριστιανοί είχαν ιδιαιτέρως μεγάλη επιρροή. Φυσικά, δεν μπορούσαν να δεχτούν την Μαρκιωνική διδασκαλία με κανέναν τρόπο και προφανώς μπορούσαν να την εκλάβουν μόνον ως μια από τις χειρότερες βλασφημίες κατά του Θεού του Ισραήλ.  
 
Μετά τον αφορισμό του στην Ρώμη, ο Μαρκίων σύντομα εξαφανίστηκε από την σκηνή. Σε μια επιστολή που υποτίθεται ότι ήταν ακόμη γνωστή στον Τερτυλλιανό, φαίνεται ότι υπερασπίστηκε τον εαυτό του ενάντια στις κατηγορίες που του είχαν απαγγελθεί. Δυστυχώς, ωστόσο, όπως τόσα πολλά έγγραφα που θα είχαν μεγάλο ενδιαφέρον για εμάς σε αυτήν την περίπτωση, αυτή η επιστολή έχει «χαθεί». Δεν γνωρίζουμε, λοιπόν, πώς αντέδρασε ο ίδιος ο Μαρκίων στις κατηγορίες που είχαν διατυπωθεί εναντίον του. Γνωρίζουμε μόνο ότι η Μαρκιωνική εκκλησία συνέχισε να ανθίζει στο δεύτερο μισό του δεύτερου αιώνα και ότι οι «συναγωγές των Μαρκιωνιτών» και οι εκκλησίες των Μαρκιωνιτών υπήρχαν ακόμη περισσότερο καιρό σε όλες σχεδόν τις μεγάλες πόλεις της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας προς απογοήτευση των Καθολικών Χριστιανών, οι οποίοι έπρεπε να περιμένουν τον Καίσαρα Κωνσταντίνο ώστε να αποτελειωθούν επιτέλους οι απεχθείς «αιρετικοί». [...]

Εδώ θα τονίζαμε μόνο ότι προφανώς δεν θα ήταν αρκετό αν ο Μαρκίων είχε επικαλεστεί την δική του κρίση ως βάση για την θεολογία του. Στους κύκλους που απευθυνόταν αυτό δεν θα ήταν αποδεκτό. «Την εποχή εκείνη ήταν απαραίτητη η νομιμοποίηση της αναπτυσσόμενης εκκλησίας και η προσφυγή σε έγγραφα που προέρχονται από τον Χριστό και τους αποστόλους. Ο τάδε Γνωστικός δεν κυκλοφόρησε κάποια έκδοση, αλλά είχε εμπνευστεί από τον Παύλο ή τον Πέτρο, ή ακόμη και λόγια του ίδιου του Κυρίου ξαφνικά βγήκαν από το στόμα του». Όπως και οι αντίπαλοί του, αν ήθελε να πετύχει κάτι, ο Μαρκίων εξαρτιόταν από έγγραφα από το αποστολικό παρελθόν, και, πράγματι, προφανώς σε τέτοιο βαθμό που κάποιος έχει σχεδόν την αίσθηση ότι αν ο Μαρκίων δεν είχε τις επιστολές του Παύλου, θα έπρεπε απλά να τις κατασκευάσει.
 
Θα ήταν σίγουρα χάσιμο χρόνου αν προσπαθούσαμε να αποσπάσουμε μια παραδοχή από τον Μαρκίωνα για το εάν αυτός και/ή οι συνεργάτες του πλαστογράφησαν τις Παυλικές επιστολές, ή τουλάχιστον μερικές από αυτές. Δεν μπορούμε να περιμένουμε κάτι τέτοιο δηλαδή την παραδοχή, όχι την πλαστογραφία! από έναν τόσο οξυδερκή θεολόγο και εκκλησιαστικό όπως ο Μαρκίων. Δύσκολα θα ήταν τόσο αφελής ώστε να αποκαλύψει το μεγάλο μυστικό του. Ωστόσο, υπάρχει μια υπόδειξη που πρέπει να μας κάνει να ακούσουμε πολύ προσεκτικά: οι Μαρκιωνίτες ισχυρίστηκαν ότι ο κύριός τους είχε βρει μια επιστολή του Παύλου (αυτή προς τους Γαλάτες)! Ας στρέψουμε για λίγο την προσοχή μας στο ακόλουθο εξαιρετικά ενδιαφέρον απόσπασμα από τον Τερτυλλιανό (ΑΜ 4.3): Σε αυτό το απόσπασμα, ο Τερτυλλιανός αμφισβητεί τον ισχυρισμό του Μαρκίωνα ότι το sacramentum (= μυστικό) της χριστιανικής θρησκείας ξεκίνησε με τον Ευαγγελιστή Λουκά, που για τον Μαρκίωνα ήταν ο Ευαγγελιστής. Ο Τερτυλλιανός επισημαίνει ότι, αντιθέτως, ήδη πριν τον Λουκά υπήρχε μια έγκυρη μαρτυρία (ήτοι, μέχρι τους αποστόλους) μέσω της οποίας ο ίδιος ο Λουκάς έγινε για πρώτη φορά πιστός. Παρά ταύτα, συνεχίζει ο Τερτυλλιανός, ο Μαρκίων έπεσε στην επιστολή του Παύλου προς τους Γαλάτες, στην οποία κακολογεί ακόμα και τους αποστόλους επειδή δεν βαδίζουν σύμφωνα με την αλήθεια του ευαγγελίου κλπ: Sedenim Marcion nactus epistolam Pauli as Galatas... («Αλλά τώρα, αφού ο Μαρκίων ανακάλυψε την επιστολή του Παύλου προς τους Γαλάτες...»). Nancisci σημαίνει «να βρεις κατά λάθος» (π.χ., ένα κατάλληλο λιμάνι: idoneum portum). Ο Τερτυλλιανός φαίνεται ξεκάθαρα να υπαινίσσεται εδώ τον ισχυρισμό των Μαρκιωνιτών, ή του ίδιου του Μαρκίωνα, ότι ο Μαρκίων τυχαία και ευτυχώς «ανακάλυψε» την επιστολή του Παύλου προς τους Γαλάτες. Όπως γνωρίζουμε κατά τα άλλα από την ιστορία των ψευδεπιγράφων και της λογοτεχνικής πλαστογραφίας, η δημοσίευση τέτοιων γραπτών, κατά κανόνα, τείνει να προηγείται από την «ανακάλυψή» τους. Ωστόσο, κάποια αβεβαιότητα παραμένει, καθώς από την έννοια του nancisci δεν είναι απολύτως σαφές εάν ανακαλύφθηκε κάτι που ήταν ήδη διαθέσιμο, το οποίο ο Μαρκίων δεν γνώριζε μέχρι τότε.
 
The Fabricated Paul, σελ. 106-119

Περί της Περεγρίνου τελευτής

 



Το Περί της Περεγρίνου τελευτής είναι ένα έργο του Λουκιανού για κάποιον Κυνικό φιλόσοφο ονόματι Περεγρίνο ο οποίος σύμφωνα με τον Λουκιανό ονόμαζε τον εαυτό του Πρωτέα (υπενθυμίζεται ότι ο Απολλώνιος κατά την παράδοση ήταν η ενσάρκωση του Πρωτέα). Περιπλανήθηκε σε διάφορες χώρες και τελικά αυτοκτόνησε πέφτοντας σε μια πυρά που είχε ανάψει ο ίδιος. Ο Λουκιανός δίνει κάποιες περίεργες πληροφορίες γι’ αυτόν οι οποίες έχουν ως εξής:

«Τότε δε εμυήθη και εις την θαυμαστήν σοφίαν των Χριστιανών, των οποίων τους ιερείς και διδασκάλους εγνώρισε εις την Παλαιστίνην [...] Εντός ολίγου μάλιστα τους υπερέβη γενόμενος προφήτης και αρχηγός και πρόεδρος των συναθροίσεων αυτών και συγκεντρώσας πάσαν εξουσίαν και κύρος εις τας χείρας του. Όχι μόνον εξήγει και διεσαφήνιζε τα ιερά των βιβλία, αλλά και πολλά συνέγραφε και οι Χριστιανοί τον εθεώρουν ως θεόν και ως νομοθέτην τον μετεχειρίζοντο και προεστώτα τον ανεγνώριζον.»

Εάν δεχτούμε τα ανωτέρω, είναι απορίας άξιον ποιος θα μπορούσε να είναι αυτός ο «Κυνικός» (τον οποίο η χριστιανική παράδοση αγνοεί), ο οποίος κατόρθωσε να αποκτήσει τέτοιο κύρος. Είναι δυνατόν αυτός ο Περεγρίνος να ήταν απλώς μια λογοτεχνική επινόηση του Λουκιανού βασισμένη στον Απολλώνιο;

Σημείωση: Το Περεγρίνος δεν είναι πραγματικό όνομα. Στα λατινικά σημαίνει προσκυνητής από το ρήμα peregrinor το οποίο σημαίνει ταξιδεύω, περιπλανιέμαι.

Ο Ναζαρηνός

 



Αυτή η ενδιαφέρουσα ελαιογραφία του 1874 είναι έργο του N. B. Starr και απεικονίζει τον Απολλώνιο. Υποτίθεται ότι ο καλλιτέχνης ήταν μέντιουμ και την ζωγράφισε κατεχόμενος από ένα πνεύμα ονόματι Ραφαήλ. Λέγεται ότι στην γωνία του πίνακα υπήρχε η επιγραφή:

«The Nazarene, painted by Raphael through N. B. Starr.»

Αν αυτό είναι αλήθεια, αυτή είναι μάλλον η πρώτη φορά στην σύγχρονη ιστορία που ο Απολλώνιος ταυτοποιείται ως ο Ιησούς της Καινής Διαθήκης. Η ελαιογραφία πάντως είναι αξιόλογη και θυμίζει σαφώς τις αγιογραφίες του Ιησού.

Θεός στην Γη

 




Από τη μελέτη της ζωής του Απολλώνιου, και συγκρινόμενη με τη ζωή του Χριστού των ευαγγελίων (Ιστορικός Χριστός δεν έχει αποδειχτεί ακόμη ότι υπήρξε), προκύπτει ότι οι δύο αυτοί επιφανείς άνδρες ήταν συνομήλικοι και είχαν διαφορετικό πεδίο δράσης και διαφορετική φιλοσοφία περί ζωής, θανάτου και θεού.

Σήμερα οι εικόνες του Απολλώνιου στολίζουν όλα τα δημόσια κτίρια της Ελλάδας και τον τιμούν οι Έλληνες, αλλά σαν Χριστό, αφού δεν γνωρίζουν ότι η μορφή του Χριστού είναι στην πραγματικότητα αυτή του Απολλώνιου, κάτω από τη μορφή του οποίου τα ιερατικά μυαλά έβαλαν το όνομα Χριστός για ευνόητους λόγους. Κατόρθωσαν πράγματι να έχουν εξοβελίσει την ιστορία των Ελλήνων οι οποίοι σήμερα κυριολεκτικά δεν γνωρίζουν τι θεό λατρεύουν. Αντίθετα στη Γαλλία υπάρχει ένα μετάλλιο που φέρει τη μορφή του Απολλώνιου και φυλάσσεται στην αίθουσα του υπουργικού συμβουλίου της.

Οι συκοφαντικοί χαρακτηρισμοί που χρησιμοποιήθηκαν από την εκκλησία κατά του Απολλώνιου θα εξεταστούν ξεχωριστά στη συνέχεια και σε συσχετισμό με τον Χριστό για να ιδούμε τι είχαμε και τι μας έδωσαν οι άγιοι του χριστιανισμού.

Μάγος

Γιατί ήταν μάγος ο Απολλώνιος; Η εκκλησία δεν έχει και δεν προσκομίζει καμία ιστορική απόδειξη, και δεν υπάρχει σε αρχαίο κείμενο κάποιος υπαινιγμός ή αναφορά που να το βεβαιώνει. Μήπως επειδή ο Απολλώνιος παρέμεινε στους Μάγους της Βαβυλώνας ένα χρόνο και οχτώ μήνες; Και τι ήταν αυτοί οι μάγοι;

Όταν λέμε «Μάγοι» πιθανόν πολλοί να τους ταυτίζουν με φακίρηδες ή με ταχυδακτυλουργούς που έχουν δει σε κάποιες ψυχαγωγικές εκδηλώσεις. Οι μάγοι όμως ήταν μεγάλοι αστρονόμοι, σοφοί, φιλόσοφοι, μύστες και είχαν τη δυνατότητα να κάνουν θαύματα. Ο Λουκιανός γράφει, «οι μάγοι είναι πάνω απ’ όλους τους ανθρώπους». Ο χριστιανός πατέρας Ωριγένης λέει, «οι μάγοι είναι θεϊκοί άνθρωποι, ενθεότατοι». Οι Πέρσες ονόμαζαν μάγους τους θεούς και οι Έλληνες τους έλεγαν δαιμόνια [Θεούς].

Ο Απολλώνιος αρνείται ότι είναι μάγος. Αλλά στη δεκάτη έκτη επιστολή του μαθαίνουμε τη γνώμη του για τους μάγους: «Μάγος είναι ο θεραπευτής των θεών και στη φύση θείος άνθρωπος».

Οι ίδιοι οι χριστιανοί εκθειάζουν τους μάγους, τους επαινούν και επικαλούνται τη σοφία τους, την εγκυρότητα των προβλέψεών τους και τους χρησιμοποιούν σαν ακλόνητα πειστήρια, διαπιστευτήρια θα έλεγα, προκειμένου να αποδείξουν τη θεότητα του Χριστού (προσκύνημα των Μάγων). Οι κατηγορίες της εκκλησίας εκτοξεύτηκαν δύο αιώνες μετά τον θάνατο του Απολλώνιου, όταν δεν μπορούσε πια ο ίδιος να τις αντικρούσει αφού δεν ζούσε.

Γόης

«Γόης είναι αυτός που εκστομίζει μαγείες με γοερές κραυγές, ο ψεύτης, ο απατεώνας, ο αγύρτης» [Λεξικό Ι. Σταματάκου].

Ουδεμία ιστορική αναφορά υπάρχει που να επιβεβαιώνει τη συκοφαντία της εκκλησίας, η οποία δεν διαθέτει στοιχεία για απάτες ή ψέματα του Απολλώνιου. Η συκοφαντία αυτή αποτελεί μια θρησκευτική επινόηση διότι ο Απολλώνιος ήταν πασίγνωστος για το ήρεμο και μειλίχιο ύφος.

Κοινός θαυματοποιός του Σατανά, Όργανο του Σατανά, και Αρχηγός των πονηρών Πνευμάτων

Ο Απολλώνιος κατηγορείται από την εκκλησία ότι έκανε τα θαύματά του, με τη βοήθεια του σατανά.

Τον σατανά πού τον είδαν και έβγαλαν αυτό το συμπέρασμα; Δεν φαίνεται πουθενά κάτι τέτοιο στη βιογραφία του Φιλόστρατου. Ο σατανάς ζει και βασιλεύει μέσα στα ευαγγέλια, πιάνει κουβεντούλα με τον Χριστό και κάνουν παρέα οι δυο τους σαράντα μέρες στην έρημο. [...]

Το εβραϊκό ιερατείο όπως φαίνεται στα ευαγγέλια κατηγορούσε, εν ζωή τον Χριστό δημοσίως, ότι έκανε τα θαύματα με τη βοήθεια του σατανά, και τον αποκαλούσε δαιμονισμένο γιατί συνομιλούσε με τα δαιμόνια. [...]

Οι Φαρισαίοι έλεγαν για τον Χριστό, «Στο όνομα του άρχοντα των δαιμονίων τον Βεελζεβούλ βγάζει τα δαιμόνια» (Ματθ. Θ-34, ΙΒ-24). Και συνεχίζουν τα θεόπνευστα κείμενα. Τα πνεύματα τα ακάθαρτα όταν τον έβλεπαν, «Τον προσκυνούσαν και του φώναζαν, γιος θεού είσαι». Και ο Χριστός τους έλεγε να μην τον φανερώσουν (Μάρκ. Γ-11,12).

Εδώ ποιος λογικός άνθρωπος μπορεί να μην γελάσει; Ποιος έβλεπε τους διαβόλους να προσκυνούν τον Χριστό και ποιος τους άκουγε να μιλάνε μαζί του;

Οι σατανάδες χρησιμοποιούνται από το ιερατείο σαν αξιόπιστοι μάρτυρες (!) για να βεβαιώσουν τη θεότητα του Χριστού.

- «Το πνεύμα το πονηρό φώναζε, ξέρω πως ήρθες να μας καταστρέψεις Ιησού Ναζαρηνέ, ξέρω πως είσαι ο άγιος του θεού, και ο Χριστός τον επέπληξε και του είπε, βουβάσου (σκάσε) και έβγα από αυτόν» (Λουκ. Δ-34, 35, Λουκ. Δ-40, 4). Φιλική κουβεντούλα ή ιστορίες παραγεμισμένες με ασύστολη υπερβολή;

- «Με τον άρχοντα των δαιμονίων τον Βεελζεβούλ βγάζει τα δαιμόνια» (Λουκ. ΙΑ-15).

- «Αποκρίθηκαν οι Ιουδαίοι, καλά λέμε ότι είσαι Σαμαρείτης και έχεις δαιμόνιο» [Τους Σαμαρείτες τους είχαν για μάγους και αγύρτες (Ιωάν. Η-52)].

- «Είπαν σε αυτόν οι Ιουδαίοι, τώρα είμαστε βέβαιοι ότι έχεις δαιμόνιο» (Ιωάν. Η-52).

- Ο Χριστός ρώτησε: «Γιατί θέλετε να με σκοτώσετε;» και αποκρίθηκε ο λαός: «Δαιμόνιο έχεις, ποιος ζητά να σε σκοτώσει;» (Ιωάν. Ζ-20, 21).

- «Έλεγον δε πολλοί εξ αυτών. Δαιμόνιο έχει και μαίνεται, τι αυτού ακούετε» (Ιωάν. Ι-20) [Μαίνομαι = είμαι μανιακός, είμαι έξω φρενών, είμαι παράφρων από οινοποσία, είμαι τρελός από μεθύσι, Λεξικό αρχαίας Ελληνικής γλώσσας Ι. Σταματάκου].

Ο Χριστός, όπως λένε τα ευαγγέλια, σαράντα μέρες στην έρημο της Ιουδαίας και στο βουνό Καραντένα, έκανε παρέα με τον διάβολο, ο οποίος τον έβαζε σε πειρασμό. Συζητούσαν σαν καλοί φίλοι και πείραζε ο ένας τον άλλο. Οι δύο δε ευαγγελιστές Ματθαίος και Λουκάς, περιγράφουν τις συνομιλίες του Χριστού με τον διάβολο σαν να ήταν παρόντες και τις άκουγαν (Ματθ. Δ-1 έως 11, Λουκ. Δ-1 έως 13). Ο Χριστός πάντως δεν τις διηγήθηκε σε κανέναν.

Στα ευαγγέλια οι γραμματείς και οι φαρισαίοι κατηγορούν τον Χριστό ότι είναι δαιμονισμένος και κάνει τα θαύματα με τη βοήθεια του σατανά ενώ αυτός προσπαθεί να τους πείσει, ότι είναι κακοί και τον κατηγορούν άδικα.

Το Πάσχα του 399 μ.Χ. ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Θεόφιλος, επιτέθηκε στον εκκλησιαστικό πατέρα Ωριγένη γιατί «Εξίσωνε τον σατανά με τον υιόν του θεού. Χλεύαζε τον Χριστό και απέδιδε στον σατανά μεγάλες τιμές». Πώς συμπέρανε ο μεγάλος αυτός απολογητής, ότι ο Χριστός είναι ίσος με τον διάβολο; Δεν ξέρω. Ποιος λοιπόν έκανε τα θαύματα με τη βοήθεια του σατανά;

Απολλώνιος Τυανεύς: Θεός στη Γη, σελ. 207-213

Μάρκος Αυρήλιος και Απολλώνιος

 



Από τον Απολλώνιο έμαθα την ανεξαρτησία του πνεύματος και την απόλυτη επιφύλαξη έναντι της τύχης. Και να μην στρέφω πουθενά αλλού την προσοχή μου, ούτε για λίγο, εκτός από τον λόγο, να είμαι πάντοτε σταθερός και στους δυνατούς περιοδικούς πόνους και στον θάνατο του τέκνου και στις μακροχρόνιες ασθένειες, και να αντιλαμβάνομαι πολύ καλά, σαν να βλέπω, ότι μπορεί ο ίδιος άνθρωπος να είναι άλλοτε πολύ δραστήριος και άλλοτε νωθρός. Και να μην αγανακτώ όταν πρόκειται να εξηγήσω κάτι· και να μπορώ να αντιμετωπίζω άνθρωπο που θεωρεί πολύ μικρότερη από τα δικά του προτερήματα την εμπειρία και την ευφυΐα την σχετική με την διατύπωση θεωριών· και να ξέρω πώς πρέπει να αξιολογώ την φαινομενική ευγένεια των φίλων μου χωρίς να υποχρεώνομαι υπερβολικά γι’ αυτήν, αλλά ούτε και να την προσπερνώ με αναισθησία.

Τα Εις Εαυτόν, Βιβλίο Α, Παράγραφος η΄

Πέμπτη 27 Απριλίου 2023

Λάθη των Ευαγγελίων



Όποια κι αν είναι τα λάθη του Ιωσήπου, όλα δείχνουν ότι γνωρίζει το έδαφος, τα έθιμα, την ιστορία της περιοχής και σπεύδει να επισημάνει την άγνοια των άλλων σε αυτά τα θέματα. Ωστόσο, μια κριτική ανάγνωση των αφηγήσεων των ευαγγελίων θα δείξει ότι αυτές γράφτηκαν πολύ μετά τα υποτιθέμενα γεγονότα και μακριά από την σκηνή, και ότι οι συγγραφείς είχαν βαθιά άγνοια σε κάθε σημείο. Παραδίδουν μια κακοφτιαγμένη και ανόητη δουλειά –  που σημαίνει ότι κατασκευάζουν την «ζωή του Ιησού» ξεκινώντας από το μηδέν. Ας εξετάσουμε την τεχνογνωσία του Ευαγγελίου. [...]
 
Περνώντας σε συγκεκριμένες τοποθεσίες, βρίσκουμε την ίδια ασυμφωνία μεταξύ αυτών που είδε ο Ιώσηπος και αυτών που διηγούνται τα ευαγγέλια. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι υπήρχαν 204 πόλεις και χωριά στην Γαλιλαία, και από το σύνολο αυτό αναφέρεται σε 52 ονομαστικά. Παραλείπει την πλέον σημαντική, την Ναζαρέτ, αλλά πρέπει να το προσπάθησε. Ο χάρτης αποκαλύπτει ότι το χωριό φάντασμα περιβαλλόταν από μέρη που καταγράφονται από τον Ιώσηπο, και με συχνή κίνηση μεταξύ αυτών των τόπων. Το διοικητήριο του, η Ιεφθά, ήταν μόνο δύο μίλια νοτιοδυτικά, η Σεπφωρίς ήταν πέντε μίλια βόρεια, η Σιμωνιάς πέντε μίλια δυτικά και η Δαβαρίττα πέντε μίλια ανατολικά. Τι απέγινε η Ναζαρέτ εν μέσω όλων αυτών;
 
Οι αρχαιολόγοι έχουν σκάψει σε κάθε σημείο ενδιαφέροντος στους Αγίους Τόπους, αλλά κανείς δεν βιάζεται να σκάψει στην Ναζαρέτ και να ελέγξει την ημερομηνία του χαμηλότερου επιπέδου. Ο άνθρακας 14 ίσως δείξει ότι η πόλη εμφανίστηκε στην ανθρωπότητα ακριβώς την στιγμή που ο Χριστιανισμός έγινε η επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας, περίπου το 325 μ.Χ.[...]
 
Η Θάλασσα της Γαλιλαίας αποκαλείται πάντοτε Λίμνη του Γεννησάρ από τον Ιώσηπο (σήμερα ονομάζεται Κιννερέτ), και αυτό πρέπει να θεωρείται ως το σωστό όνομα κατά την διάρκεια της ζωής του. Ο θάνατός του τοποθετείται κάποια στιγμή μετά το 100. Ο Μάρκος και ο Ματθαίος χρησιμοποιούν το όνομα Θάλασσα της Γαλιλαίας. Ο Ιωάννης δίνει το όνομα ως Θάλασσα της Τιβεριάδας. Αυτό δεν μπορεί να είναι σωστό. Την πόλη της Τιβεριάδας την απέφευγαν οι θρησκευόμενοι Εβραίοι επειδή η τοποθεσία ήταν νεκροταφείο όταν ιδρύθηκε η πόλη από τον Ηρώδη Αντύπα. Το παλάτι πυρπολήθηκε στις αρχές του πολέμου επειδή περιείχε ειδωλολατρικές εικόνες. Μόνο ο Λουκάς χρησιμοποιεί τον σωστό όρο, αποκαλώντας την Λίμνη Γεννησαρέτ. Αυτό του κάνει περισσότερο κακό παρά καλό. Έχουν συνδεθεί τόσο στενά ο Λουκάς και οι Πράξεις με τον Ιώσηπο ως πηγή που αυτά τα βιβλία έχουν χρονολογηθεί μετά το 100 μ.Χ. Πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί οι τέσσερεις συγγραφείς των ευαγγελίων δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν σε αυτό το πλέον εξέχον χαρακτηριστικό της επαρχίας. [...]

Ο Μάρκος, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως ο πιο ιστορικός και αξιόπιστος από τους συγγραφείς των ευαγγελίων, αναφέρει ότι ένας «τρελός στην έρημο» θεραπεύτηκε από τον Ιησού, ο οποίος έστειλε κακά πνεύματα από τον τρελό σε ένα κοπάδι χοίρων που έπεσε από τον γκρεμό στην Θάλασσα της Γαλιλαίας. Αυτό τοποθετείται στα Γάδαρα, τα οποία απέχουν αρκετά μίλια από την Θάλασσα, αν και τα χειρόγραφα και οι παλαιότερες εκδόσεις γενικά γράφουν Γέρασα, η οποία είναι μια άλλη πόλη περίπου πενήντα μίλια μακριά. Ως προς το πώς μια τοποθεσία μετατράπηκε σε μια άλλη, αυτό εξηγείται από έναν μελετητή: 
 
«Η Γέρασα ήταν πολύ μακριά και η ανάγνωση Γαδαρηνοί είναι πιο εύλογη και έχει αντικαταστήσει την Γέρασα στο παραδοθέν κείμενο. Η φήμη της Γέρασα στους πρώτους αιώνες μπορεί να οδήγησε στην αναζήτηση της αναφοράς της στην Καινή Διαθήκη. Τα ερείπιά της είναι από τα πιο εντυπωσιακά στην Εγγύς Ανατολή».
 
Σε απλά αγγλικά, ο ευαγγελιστής, από την πλεονεκτική του θέση κάπου στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία, είχε ακούσει για την φήμη της Γέρασα και την τοποθέτησε ήρεμα σε έναν γκρεμό δίπλα στην Θάλασσα. Η διόρθωση και η συγκάλυψη γίνονται από τους μεταγενέστερους επιμελητές, με την ίδια απάθεια. Μένουμε με τα εντυπωσιακά ερείπια της αξιοπιστίας του ευαγγελίου. [...]
 
Η Βηθεσδά περιγράφεται από τους μελετητές ως...

«... μια πόλη στις βόρειες ακτές της Γαλιλαίας κοντά στον Ιορδάνη... Ο Πλίνιος και ο Ιερώνυμος μας λένε ότι ήταν στα ανατολικά του Ιορδάνη... Αλλά στον Μάρκο 6:45 οι μαθητές εστάλησαν από τα ανατολικά του Ιορδάνη στην Βηθεσδά προς την Καπερναούμ, επομένως μια δεύτερη Βηθεσδά έχει θεωρηθεί δυτικά του Ιορδάνη».  
 
Για να σώσουν τον Μάρκο, οι μελετητές εφευρίσκουν την δεύτερη Βηθεσδά από το τίποτα. Καθόλου παράξενο που οι άγιοι εγκατέλειψαν την αλιεία. Χάνονταν κάθε μέρα. Η άγνοια για την Γαλιλαία είναι παρόμοια με την άγνοια για την Ιουδαία. Όλες οι ευαγγελικές τοποθεσίες που σχετίζονται με την Ιερουσαλήμ δεν επιβεβαιώνονται από τον Ιώσηπο, χωρίς εξαίρεση. Το «παλάτι του αρχιερέα», ο πεζόδρομος Γαββαθά, η λεγόμενη Ωραία Πύλη, ο Γολγοθάς, το Πραιτώριο, ο κήπος της Γεθσημανή όλα αυτά του είναι άγνωστα και ανεξακρίβωτα.[...]
 
Η ιστορία της Γέννησης δεν προορίζεται να αναλυθεί με ακριβείς εργαστηριακές τεχνικές, αλλά η εκδοχή του Ματθαίου υπονοεί ότι η Βηθλεέμ βρίσκεται μακριά από την Ιερουσαλήμ. Ο Ηρώδης πρέπει να στείλει απεσταλμένους σε εκείνο το μακρινό μέρος για να μάθουν τι συμβαίνει και μόνο δύο χρόνια αργότερα οι ειδήσεις επιστρέφουν. «Σκότωσε όλα τα παιδιά που ήταν στην Βηθλεέμ και στα περίχωρα, από δύο ετών και κάτω, σύμφωνα με τον χρόνο που είχε εξακριβώσει από τους Μάγους».  

Ο Ματθαίος δεν γνωρίζει ότι η Βηθλεέμ βρισκόταν μόνο έξι μίλια νότια της Ιερουσαλήμ εκείνη την εποχή, και ο Ηρώδης θα μπορούσε να είχε λύσει το θέμα ενός αντιπάλου μέσα σε λίγες ώρες. Το επεισόδιο έχει δημιουργηθεί για να εκπληρώσει ένα βιβλικό χωρίο: «Η Ραχήλ κλαίει για τα παιδιά της», που απαιτεί περίοδο δύο ετών για την δημιουργία καταλλήλου αριθμού θυμάτων. Όλα είναι απερίσκεπτη εφεύρεση. [...]

Ο Ματθαίος γράφει για την «Ιουδαία πέραν του Ιορδάνου». Αυτό είναι αρκετά απελπιστικό. Ο Ιορδάνης αποτελούσε το ανατολικό όριο της Ιουδαίας. 
 
«Ο δρόμος από την Ιερουσαλήμ στην Γάζα είναι έρημος». 
 
Αυτή η είδηση προέρχεται από «έναν άγγελο Κυρίου» που θα έπρεπε να είναι πιο ενημερωμένος. Η Ιουδαία ήταν μια πολυπληθής επαρχία και οι βιβλικοί χάρτες δείχνουν οκτώ ή εννέα πόλεις μεταξύ Ιερουσαλήμ και Γάζας εκείνη την περίοδο. [...]
 
Από την παραπάνω λίστα, μένουμε με έντονες αμφιβολίες για το αν έχουμε να κάνουμε με Γαλιλαίους ή ακόμα και με Εβραίους γνώστες των Αγίων Τόπων. Για αυτό το θέμα, πόσο σίγουροι είμαστε ότι έχουμε να κάνουμε με Εβραίους συγγραφείς; Μας έχουν πει αναρίθμητες φορές ότι ο Ιησούς και οι οπαδοί του ήταν εκ γενετής Εβραίοι. Ωστόσο, ένας έλεγχος στα ευαγγέλια θα αποκαλύψει μια άγνοια ως προς τα έθιμα και την χρήση στον Ιουδαϊσμό ίση με την άγνοια σε θέματα γεωγραφίας. Ζητάμε απόδειξη στο ίδιο το περιεχόμενο του Ευαγγελίου ότι έχουμε να κάνουμε εξ αρχής με Εβραίους αυτόπτες μάρτυρες, και πάλι έχουμε το ένα λάθος πάνω στο άλλο. [...]

Ένα άλλο σημιτικό ταμπού αφορά την γύμνια. Αυτό χρησιμοποιείται πάντοτε με την έννοια της μομφής, ωστόσο οι συγγραφείς των ευαγγελίων δείχνουν μια ελληνορωμαϊκή αδιαφορία για το γυμνό. Ο Λουκάς είναι πεπεισμένος ότι για να λιθοβολήσουν έναν άνδρα, οι ορθόδοξοι Εβραίοι βγάζουν πρώτα τα ρούχα τους, όπως και οι αθλητές στο στάδιο. «Οι μάρτυρες απέθεσαν τα ρούχα τους». [...]

Ο Πέτρος, ένας άλλος ορθόδοξος Εβραίος, πηγαίνει για ψάρεμα γυμνός, αλλά όταν είναι να κολυμπήσει γίνεται σεμνότυφος και φοράει τα ρούχα του: «Όταν ο Σίμων Πέτρος άκουσε ότι ήταν ο Κύριος, φόρεσε τον επενδύτη του, γιατί ήταν γυμνός, και ρίχτηκε στην θάλασσα». Μα τι συμβαίνει εδώ; [...]

Μια άλλη κραυγαλέα απόκλιση από τα εβραϊκά ήθη και έθιμα είναι η θέση που παίρνουν τα τρία πρώτα ευαγγέλια ότι μια πλήρης δίκη και σταύρωση θα μπορούσαν να γίνουν σε μια ιερή γιορτή. Ο Ματθαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς φτιάχνουν τον Μυστικό Δείπνο ως το πασχαλινό γεύμα, που σημαίνει ότι η Παρασκευή, την επόμενη μέρα, ήταν επίσης Πάσχα, κατά την εβραϊκή χρονολόγηση. 
 
«Το Πάσχα ήταν μια από τις πιο ιερές ημέρες στο εβραϊκό ημερολόγιο και καλυπτόταν από τους πιο αυστηρούς κανονισμούς. Φαίνεται αδιανόητο ότι ο Ιησούς θα είχε συλληφθεί, δικαστεί, καταδικαστεί, σταυρωθεί και θαφτεί τέτοια μέρα».  
 
Πολλές εξηγήσεις έχουν προταθεί από τους απολογητές για αυτήν την απόκλιση, αλλά το ξεκάθαρο συμπέρασμα είναι ότι οι τρεις συγγραφείς των ευαγγελίων απλά δεν γνώριζαν την σημασία του Πάσχα και έκαναν ένα χονδροειδές λάθος επειδή δεν γνώριζαν. Αυτή είναι η ουσία και καμμία απολογητική δεν μπορεί να την κρύψει. Ήταν Εβραίοι ή όχι; [...]

Από τα στοιχεία που υποβλήθηκαν παραπάνω, προκύπτει το ξεκάθαρο συμπέρασμα ότι οι συγγραφείς των ευαγγελίων δεν γνώριζαν την γεωγραφία και τα έθιμα των Αγίων Τόπων και δεν γνώριζαν τον ίδιο τον Ιουδαϊσμό. Αυτό σημαίνει ότι δεν χρησιμοποιούσαν «ιστορικές παραδόσεις», αλλά εργάζονταν και προσάρμοζαν, πηγαίο υλικό που δεν είχε καμμία σχέση με ιστορικά δεδομένα οποιουδήποτε είδους. Εάν οι συγγραφείς αγνοούσαν μείζονα στοιχεία στην γεωγραφία, τα έθιμα και την θρησκεία, πώς μπορούν να δίνουν άμεσες αυτολεξεί αναφορές για το τι είπε ο Ιησούς, και αν σφάλλουν σε τόσα πολλά γιατί να πιστέψουμε οποιοδήποτε μέρος της αφήγησής τους;
 
The Fabrication of the Christ Myth, σελ. 181-191

Υπήρξε ο Ιησούς;

 

 

Δημιουργείται λοιπόν ένα πρόβλημα στην προσπάθειά μας να απαντήσουμε στο ερώτημα «Υπήρξε όντως ο Ιησούς;» - Ποιον Ιησού εννοούμε;
 
Φυσικά, υπήρχαν χιλιάδες άτομα με το όνομα Ιησούς σε κάθε γενιά Ιουδαίων. Επρόκειτο για το πιο κοινό ιουδαϊκό όνομα (η εξελληνισμένη μορφή του εβραϊκού ονόματος Γέσουα, αγγλ. Jesus ή και Joshua). Κι υπάρχουν σίγουρα πολλοί με αυτό το όνομα που εκτελέστηκαν από τον Πόντιο Πιλάτο ή από οποιοδήποτε ιουδαϊκό δικαστήριο σε οποιαδήποτε δεκαετία κι αν ψάξετε. Γι’ αυτό, δεν ρωτάμε αν κάποιος Ιησούς εκτελέστηκε. Ρωτάμε συγκεκριμένα για τον Ιησού που η εκτέλεσή του γέννησε την χριστιανική θρησκεία. Και σ’ αυτόν τον ρόλο, το όνομα Ιησούς θα μπορούσε να μην ήταν καν το αυθεντικό του όνομα αλλά ένα όνομα που του δόθηκε μετά τον θάνατό του. Και μάλιστα ένα όνομα που σημαίνει «Σωτήρας σταλμένος από τον Θεό». Οι περισσότεροι ακαδημαϊκοί μελετητές έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι, μέχρι τον θάνατό του, κανείς δεν τον αποκαλούσε Χριστό, λέξη που αποδίδει στα ελληνικά την έννοια του Μεσσία (πιο συγκεκριμένα σημαίνει «αυτός που του έχει δοθεί το χρίσμα», άρα ο «εκλεκτός»). Ίσως το ίδιο να έχει συμβεί και με το όνομα Ιησούς. Αν μετά τον μαρτυρικό του θάνατο οι πιο αγαπημένοι του μαθητές, παρηγορημένοι από όνειρα και οράματα ότι πνευματικά υπήρξε νικητής, άρχισαν να τον αποκαλούν «Σωτήρα σταλμένο από τον Θεό και Μεσσία» θα μπορούσαν να φτάσουν και στο «Ιησούς Χριστός». Ίσως, λοιπόν, αρχικά να μη λεγόταν καν Ιησούς! 
 
Έτσι, εκείνο το οποίο πρέπει πραγματικά να αναζητήσουμε είναι αν τουλάχιστον υπήρξε κάποιος Ιουδαίος (με οποιοδήποτε όνομα) που απέκτησε οπαδούς και κατόπιν εκτελέστηκε (είτε από ιουδαϊκό είτε από ρωμαϊκό δικαστήριο) και που είχε μερικούς μαθητές με επικεφαλής τον Πέτρο (στα αραμαϊκά Κηφάς) ο οποίος πείσθηκε ότι ο Θεός είχε ενσαρκωθεί και τον δόξασε ως Κύριο και Σωτήρα, ως τον ένα και αληθινό Μεσσία όλων των εποχών. Αν βεβαιωθούμε έστω για αυτό και μόνο για αυτό, θα αρκούσε να συμπεράνουμε ότι υπήρξε όντως ένας ιστορικός «Ιησούς» που ίδρυσε την χριστιανική θρησκεία. Έστω κι αν αυτό συνέβη κατά την δεκαετία του 70 μ.Χ. Ή οποτεδήποτε κι οπουδήποτε. 
 
Πρέπει λοιπόν να αποδείξουμε τουλάχιστον αυτό. Διαφορετικά δεν έχουμε ούτε τέτοιο άνθρωπο ούτε τέτοιο Ιησού. Αν ο Πέτρος και η παρέα του δεν επικαλούνταν έναν γήινο πρόγονο που φονεύτηκε κι αναστήθηκε κι αναδείχτηκε σε Σωτήρα, τότε δεν υπάρχει λόγος να λέμε ότι ο Ιησούς είναι ιστορικό πρόσωπο. Εκείνοι μπορεί να πίστεψαν στην παρουσία του, για εμάς όμως κάτι τέτοιο δεν είναι δυνατό.

Ιησούς, σελ. 21-22

Οι ιστορικοί για τον Ιησού

 

 

Τι λένε οι ελληνικές και οι ρωμαϊκές πηγές για τον Ιησού; Ή για να κάνουμε το ερώτημα πιο συγκεκριμένο: εάν ο Ιησούς έζησε και πέθανε τον πρώτο αιώνα (θάνατος γύρω στο 30 μ.Χ.), οι ελληνικές και οι ρωμαϊκές πηγές από την εποχή του μέχρι το τέλος του αιώνα (ας πούμε, το έτος 100) τι έχουν να πουν γι αυτόν; Η απάντηση κόβει την ανάσα. Δεν έχουν απολύτως τίποτα να πουν γι αυτόν. Ποτέ δεν συζητείται, αμφισβητείται, δέχεται επίθεση, κακολογείται ή αναφέρεται με οποιονδήποτε τρόπο σε καμμία παγανιστική πηγή της περιόδου που έχει διασωθεί. Δεν υπάρχουν αρχεία γέννησης, αφηγήσεις για την δίκη και τον θάνατό του, σκέψεις για την σημασία του ή διαφωνίες για τις διδασκαλίες του. Μάλιστα, το όνομά του δεν αναφέρεται ποτέ σε οποιαδήποτε παγανιστική πηγή. Και έχουμε πολλές ελληνικές και ρωμαϊκές πηγές από την περίοδο: θρησκευτικοί μελετητές, ιστορικοί, φιλόσοφοι, ποιητές, φυσικοί επιστήμονες· έχουμε χιλιάδες ιδιωτικές επιστολές· έχουμε επιγραφές τοποθετημένες σε κτήρια σε δημόσιους χώρους. Σε καμμία ελληνική η ρωμαϊκή (παγανιστική) πηγή του πρώτου αιώνα δεν αναφέρεται ο Ιησούς.
 
Jesus Interrupted, σελ. 148

Η ψευδοϊστορία των Πράξεων

 

 

Σύμφωνα λοιπόν με την ευαγγελική ιστορία, ο Ιησούς ανασταίνεται σωματικά και εμφανίζεται σε έναν κλειστό κύκλο οπαδών αφήνοντας πίσω έναν κενό τάφο. Μάλιστα στο Κατά Ματθαίον 28.12-15 έχουμε τον ισχυρισμό πως οι εβραϊκές Αρχές δωροδόκησαν τους φρουρούς να κατηγορήσουν τους μαθητές για κλοπή του πτώματος. Ωστόσο, όταν αρχίζει η δημόσια ομολογία της ανάστασης στις Πράξεις 2, ούτε οι Εβραίοι αλλά ούτε και οι Ρωμαίοι φαίνεται να έχουν κάποια γνώση του εξαφανισμένου πτώματος. Σ’ αυτήν την περίπτωση τόσο οι μαθητές όσο και ο Ιωσήφ ο απο Αριμαθαίας – ο άνθρωπος που ανέλαβε την τολμηρή πράξη της ταφής θα ήταν κατηγορούμενοι για την σύληση του τάφου. Ο τελευταίος μάλιστα εξαφανίζεται εντελώς από την ιστορία της εκκλησίας σαν κανείς να μην γνώριζε τίποτα γι’ αυτόν! Παρομοίως και ο Πιλάτος. Ακόμα και στις πάμπολλες ανακρίσεις των αποστόλων από τις Αρχές (Πράξεις, 4, 5, 6-7, 18.12-17, 23, 24, 25, 26) κανένας δεν φαίνεται να ρωτά για τον κενό τάφο ή το εξαφανισμένο πτώμα. Αν και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο Πιλάτος (η αγιοποίηση του είναι ένας μετέπειτα χριστιανικός θρύλος) και το Σανχεντρίν πίστεψαν στην ανάσταση και την ανάληψη του Ιησού, ο κενός τάφος θα πυροδοτούσε μια σειρά από εξονυχιστικές ανακρίσεις σχετικά με την εξαφάνιση του πτώματος κάποιου που δήλωνε δημόσια θεός και βασιλιάς. Αντιστοίχως το Σανχεντρίν θα επιδίωκε να ολοκληρώσει το έργο της εξόντωσης του μισητού μεσσία και των λιγοστών οπαδών του. Ωστόσο τίποτε απ’ αυτά δεν γίνεται. 

Δεν είναι όμως μόνο ο Πιλάτος και ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας που εξαφανίζεται απ’ την ιστορία. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Νικόδημο, την Μάρθα, τον αναστημένο αδερφό της Λάζαρο, τον Σίμωνα τον Κυρηναίο και τους γιους του, την Μαρία την Μαγδαληνή (μετά τις Πράξεις 2). Ακόμα και η οικογένεια του Ιησού δεν ξαναναφέρεται μετά τις Πράξεις 1.14. Η μητέρα του εξαφανίζεται από την ιστορία χωρίς να μας λέγεται τίποτα για την ζωή της, τις ομολογίες της, τον θάνατό της κλπ. Όλα αυτά είναι απολύτως συμβατά με την μυθικιστική θεωρία, αλλά είναι σίγουρα απρόσμενα στην αντίθετη περίπτωση. 

Τα αδέρφια του Ιησού επίσης εξαφανίζονται μετά την συγκέντρωση στις Πράξεις 1.14 χωρίς να παίζουν κάποιο ρόλο στην ιστορία. Εδώ συμπεριλαμβάνεται και ο Ιάκωβος, ένας εκ των τριών στύλων της εκκλησίας όπως αφήνεται να εννοηθεί στην Προς Γαλάτας 1.19, 2.9 και Προς Κορινθίους 17.7. Μια ύστερη παράδοση θέλει τον Ιάκωβο, τον αδελφό του Ιησού, να ηγείται της εκκλησίας ακριβώς στην συγκεκριμένη περίοδο. Γιατί όμως δεν αναφέρεται στις Πράξεις; Ο “Λουκάς” και οι “Πράξεις” αναφέρουν δύο Ιακώβους αλλά και οι δύο διαχωρίζονται από τους αδερφούς του (Πράξεις 1.13-14). Ένας απ’ αυτούς είναι σίγουρα ένας εκ των τριών στύλων (μαζί με Πέτρο και Ιωάννη) που αναφέρει ο Παύλος (βλ. επίσης Μάρκος 3.16, 5.37, 9.2, 14.33, Λουκάς 5.10, 8.51, 9.28) που ξεκάθαρα δεν είναι ο αδερφός του Ιησού, αλλά ο αδελφός του Ιωάννη που αποκεφαλίζεται από τον Ηρώδη Αγρίππα στις Πράξεις 12.1-2. Ο άλλος Ιάκωβος είναι ο γιος του Αλφαίου (Λουκάς 6.15, Πράξεις 1.13). Ο συγγραφέας των Πράξεων αντιφάσκει με τις χρονολογίες που δίνει ο Παύλος, αναγκάζοντάς μας να υποθέσουμε πως απλά άλλαξε χρονική θέση σε μια μεταγενέστερη ιστορία για τον Ιάκωβο τον Στύλο, έχοντας ξεχάσει ότι τον “σκότωσε” νωρίτερα. Διαφορετικά πώς να εξηγήσουμε το γεγονός ότι αυτός ο δεύτερος Ιάκωβος παίζει τον ρόλο που έπαιζε ο πρώτος; Μια ύστερη παράδοση θέλει τον γιο του Αλφαίου να γίνεται ο Ιάκωβος, ο “αδερφός του Κυρίου”. Αλλά ούτε ο “Λουκάς” ούτε τα άλλα ευαγγέλια υπονοούν πως κάποιος βιολογικός αδερφός του Ιησού έπαιξε ηγετικό ρόλο στην πρώιμη εκκλησία. Ακόμα και ο “Μάρκος” έχει τον Ιησού να αποκηρύσσει την οικογένεια του (3.31-34, επίσης Ματθαίος 12.46-50 και Λουκάς 8.19-21 και λιγότερα άμεσα στον Ιωάννη 7.5 και 19.26). 

Άρα αμέσως μετά το 1ο κεφάλαιο, όταν δηλαδή ο χριστιανισμός αρχίζει να αποκτά δημόσιο αρχείο, όχι μόνο η οικογένειά του, αλλά και κεντρικά πρόσωπα της ζωής του Ιησού, εξαφανίζονται. Όλα αυτά είναι κάπως ανεξήγητα για τους υποστηρικτές της όποιας ιστορικότητας, εκτός αν ο συγγραφέας βασίζεται και σε μια άλλη θεολογική παράδοση που αυτά τα πρόσωπα απλά δεν υπάρχουν. 

Άλλο ένα πρόβλημα είναι οι περίφημες δίκες του Παύλου. Αντίθετα με τα υπόλοιπα κηρύγματα στο βιβλίο των Πράξεων, ο ιστορικός Ιησούς απουσιάζει απ’ τις ομιλίες του Παύλου. Αυτό είναι μάλλον απίθανο, εκτός αν αυτές οι ομιλίες προέρχονται από μια άλλη παράδοση και δεν αποτελούν κατασκευή του “Λουκά”. Στις Πράξεις ο Παύλος αντιμετωπίζει δύο μεγάλες δίκες: Μια σύντομη στην Ελλάδα και μία στην Ιουδαία. Η πρώτη συμβαίνει ενώπιον του Ρωμαίου κυβερνήτη Γαλλίωνα (Πράξεις 18:13) ο οποίος τον απαλλάσσει από την κατηγορία λέγοντας: 

“Αν ήταν για κανένα αδίκημα ή κακούργημα με δόλο, θα ήταν λογικό να σας ακούσω Ιουδαίοι. Εφόσον όμως πρόκειται για θέματα διδασκαλίας και ονομάτων και νόμου δικού σας, τακτοποιήστε το μόνοι σας. Δικαστής αυτών των ζητημάτων δεν θέλω να είμαι”. 
 
Σε όλα αυτά όμως δεν υπάρχει καμιά αναφορά στον Ιησού. Στην συνέχεια ο Παύλος υποτίθεται πως προκαλεί μια εξέγερση στην Ιερουσαλήμ (21.17-31). Ο Ρωμαίος κυβερνήτης Κλαύδιος Λυσίας παρεμβαίνει (21.31-39), ηρεμεί τα πράγματα και αφήνει τον Παύλο να βγάλει έναν λόγο, αλλά πάλι εξαγριώνει το πλήθος το οποίο ζητάει την θανάτωσή του (21.39-22.23). Σ’ αυτό το σημείο ο Λυσίας τον θέτει ξανά υπό κράτηση και τότε ανακαλύπτει ότι ο Παύλος είναι Ρωμαίος πολίτης, μια λεπτομέρεια που ο Παύλος δεν αναφέρει ποτέ στις επιστολές του. Μάλιστα στην Β΄ Προς Κορινθίους 11.25 λέει πως φυλακίστηκε και βασανίστηκε αρκετές φορές, αντίθετα με τις Πράξεις που επικαλείται αυτή του την ιδιότητα για να αποφύγει τον ξυλοδαρμό. Πάλι στην ομιλία του δεν κάνει καμία αναφορά σε κάποιον ιστορικό Ιησού, αλλά σε έναν Κύριο που γίνεται γνωστός βάσει “αποκαλύψεων” (22.6-15, 17.18). Ο Λυσίας τότε φέρνει τον Παύλο ενώπιον της εβραϊκής ελίτ. Οι Φαρισσαίοι καταλήγουν πως “Δεν βρίσκουμε τίποτα λάθος σ’ αυτόν τον άνθρωπο. Ίσως πνεύμα ή Άγγελος να μίλησε σ’ αυτόν” (23.9), αλλά τότε ξεσπάει μια διαμάχη με τους Σαδδουκαίους η οποία πάλι καταλήγει σε εξέγερση. Ο Λυσίας τότε φυγαδεύει τον Παύλο στον Ρωμαίο κυβερνήτη συνοδεία ισχυρής φρουράς (23.12-24) γράφοντας το παρακάτω γράμμα: 
 
Ο Κλαύδιος Λυσίας χαιρετίζει τον ευγενέστατον ηγεμόνα Φήλικα. Τον άνδρα αυτόν, που συνελήφθη από τους Ιουδαίους και επρόκειτο να φονευθή από αυτούς, ώρμησα εγώ μαζή με το στράτευμα και τον έσωσα από τα χέρια των, διότι έμαθα ότι είναι Ρωμαίος. Επειδή δε ήθελα να μάθω την αιτίαν, δια την οποίαν τον κατηγορούσαν, τον εκατέβασα στο συνέδριόν των. Ευρήκα όμως να τον κατηγορούν δια ζητήματα του θρησκευτικού των νόμου, χωρίς να έχη υποπέσει εις κανένα έγκλημα, το οποίον να τιμωρήται από τους νόμους μας με θάνατον η με φυλάκισιν. Επειδή δε μου κατηγγέλθη ότι επρόκειτο να γίνη κάποια δολοφονική απόπειρα εναντίον του ανδρός αυτού εκ μέρους των Ιουδαίων, τον έστειλα αμέσως προς σε και παρήγγειλα στους κατηγόρους του να εκθέσουν ενώπιόν σου όσα έχουν εναντίον του. Υγίαινε”. 

Είναι μάλλον απίθανο να πρόκειται για αυθεντικό γράμμα, αφού δεν περιέχει το πλήρες όνομα του Παύλου, του Λυσία και του Φήλικα, όπως και την ημερομηνία. Επίσης, το γεγονός πως ο Παύλος λάτρευε έναν καταδικασμένο από την Ρώμη μάρτυρα, θα έπρεπε να αποτελεί βασική πληροφορία του Λυσία στον Φήλικα. Στην συνέχεια οι κατήγοροι του προσάπτουν την κατηγορία της εξέγερσης και της αμφισβήτησης του θρόνου, χωρίς πάλι να γίνεται αναφορά στον Ιησού που λάτρευε ο Παύλος, κάτι που αναμφίβολα θα διευκόλυνε την σύσταση του κατηγορητηρίου. Τότε επιτρέπουν στον Παύλο να απαντήσει (24.10-21), χωρίς πάλι να γίνεται αναφορά στον Ιησού, εκτός από τον ισχυρισμό ότι δεν έχουν αποδείξεις για να τον καταδικάσουν και πως οι Φαρισσαίοι συμφωνούν μαζί του πως θα υπάρξει ανάσταση νεκρών. Ο Παύλος τότε φυλακίζεται χωρίς συγκεκριμένο λόγο για δύο χρόνια (παράνομο για έναν Ρωμαίο πολίτη). Κατά την διάρκεια της κράτησής του, ο Παύλος συναντιέται ιδιαιτέρως με τον Φήλικα και κατά την συζήτηση μεταξύ τους τον τρομάζει μιλώντας του για την μελλοντική κρίση (24,22-27), αλλά και πάλι δεν λέει τίποτα για τον υποτιθέμενο Ιησού πέραν από μία αναφορά στην “πίστη στον Ιησού” (24.24) χωρίς να μας εξηγείται τι εννοεί. 

Αργότερα αναλαμβάνει ένας νέος κυβερνήτης, ο Φήστος, ο οποίος συνεχίζει να κρατάει φυλακισμένο τον Παύλο με το ίδιο αστήρικτο κατηγορητήριο. Αυτή την φορά ο Παύλος ζητάει ακρόαση από τον Καίσαρα ένα αίτημα που γίνεται δεκτό. Ο Παύλος τότε στέλνεται στην Ρώμη και ο Φήστος λέει στον Αγρίππα πως οι κατήγοροι του Παύλου δεν έφεραν συγκεκριμένες κατηγορίες εκτός από κάποιες ενστάσεις σχετικά με την νέα θρησκεία του υποτιθέμενου Ιησού, ο οποίος πέθανε, αλλά σύμφωνα με τον Παύλο είναι “ζωντανός” (25.18-19), κάτι που δείχνει πως δεν ήξερε ποιος ήταν αυτός ο Ιησούς πράγμα απίθανο αν είχε εκτελεστεί από τον Πόντιο Πιλάτο μερικά χρόνια πριν! Πράγματι, φαίνεται πως η διαμάχη για το αν αυτός ο “Ιησούς” είναι νεκρός ή ζωντανός γίνεται κατανοητή μέσα από ένα περίεργο πρίσμα της εβραϊκής θεολογίας. 

Τότε ο Παύλος κάνει μια ομιλία 22 στίχων (26.1-23) χωρίς πάλι να γίνεται αναφορά σε κάποιον ιστορικό Ιησού, πέρα από ένα κοσμικό ον που αποκαλύπτεται στους ανθρώπους. Καμιά αναφορά στην δημόσια δράση του, τα θαύματα, τις διδασκαλίες, την επιλογή μαθητών, την άδικη καταδίκη του κλπ. Αυτές οι δηλώσεις του διαφέρουν σημαντικά από την ομιλία του στη συναγωγή της Αντιόχειας (13.23-41), όπου γίνεται αναφορά σε ουσιαστικές λεπτομέρειες. Όχι όμως σ’ αυτή την σημαντική δίκη του Παύλου. Εδώ η γνώση της εκτέλεσης και της ανάστασης του Ιησού είναι μόνο βάσει των Γραφών και επειδή “ο Μωυσής και οι προφήτες το είχαν προειπεί. 
 
Δικαιολογημένα ο Φήστος αντιδράει λέγοντας “Είσαι τρελός Παύλο!”, αφού ο τελευταίος λέει πως κατηγορείται επειδή γνωρίζει πράγματα από τις Γραφές και φωνές από τον Ουρανό! Ο Παύλος τότε τον καθησυχάζει, λέγοντας πως δεν είναι τρελός και πως ο Αγρίππας, σαν Εβραίος, “γνωρίζει γι’ αυτά τα πράγματα.” (26.26). Ποια πράγματα εννοεί ο Παύλος; Ότι ήταν για καιρό αφοσιωμένος Φαρισσαίος (26.4-5) περιμένοντας την εκπλήρωση των γραφών, όπως όλοι οι Εβραίοι, δηλαδή την ανάσταση των νεκρών; (26:6); Πως ο Παύλος κατεδίωκε τους χριστιανούς (26.9-11) αλλά τότε είδε ένα φως από τον ουρανό που του είπε να μετανοήσει και να κάνει έργα μετάνοιας, να κηρύξει στους Εθνικούς (26.19-20), οι Εβραίοι τον κατεδίωξαν, αλλά τώρα είναι σε δίκη λέγοντας απλά πως ο Μωυσής και οι προφήτες” είχαν πει πως αυτά θα γίνονταν; (26.22). Καμία αναφορά στον ιστορικό Ιησού. Όλα αυτά αναφέρονται χωρίς την ανάγκη για έναν ιστορικό Ιησού. Όπως ακριβώς οι Φαρισσαίοι ισχυρίζονται πως “ένα πνεύμα ή Άγγελος” μίλησε σ’ αυτόν. Από τις Πράξεις 23 έως 26, αυτό είναι ό,τι γνωρίζει ο Παύλος. 
 
Δεν υπάρχει άλλη εξήγηση γιατί ο “Λουκάς” δεν κάνει λόγο πουθενά σ’ αυτές τις ομιλίες για την ζωή του Ιησού, τις διδασκαλίες, τις περιοδείες, την καταδίκη από τον Πιλάτο κλπ, κάτι που θα αποτελούσε ουσιαστική γραμμή υπεράσπισης σ’ αυτές τις δίκες. Η μόνη εξήγηση είναι ότι χρησιμοποιεί κάποια άλλη παράδοση για τις “Πράξεις του Παύλου”, όπου δεν υπάρχει κάποιος ιστορικός Ιησούς. 
 
Η κατασκευή ενός θρυλικού μάρτυρα 
 
Πιο πάνω τονίσαμε πως όλα τα κηρύγματα στις Πράξεις προκειμένου να πειστούν οι Εβραίοι και οι Εθνικοί, δεν είναι ρεαλιστικά. Είναι επίσης γνωστό πως οι αρχαίοι ιστορικοί συχνά επινοούσαν ομιλίες για τις οποίες δεν θα μπορούσαν να έχουν κάποια διαθέσιμη πηγή, βάζοντας στο στόμα του ήρωα αυτό που θα μπορούσε να είχε πει. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μακροσκελέστατη ομιλία του Στεφάνου πριν τον λιθοβολισμό του, παρουσία του Σαούλ-Παύλου (6.9-8.2). Υπάρχουν αρκετές ιστορικές ανακρίβειες εδώ όπως το γεγονός πως ο εβραϊκός νόμος του Μίσνα (sanhedrin 5.5.) απαιτούσε οι καταδικαστικές αποφάσεις να βγαίνουν μια μέρα μετά την δίκη ή ότι ο νόμος απαιτούσε από τους θανατοποινίτες και όχι από τους εκτελεστές να αφαιρούν τα ιμάτια τους (sanhendrin 6.3). Παρομοίως ο λόγος του Στεφάνου αντλεί στοιχεία από το Septuagint (την δημοφιλή ελληνική μετάφραση των Γραφών), πράγμα απίθανο για έναν ιθαγενή της Παλαιστίνης που μιλάει ενώπιον ενός Ιουδαϊκού δικαστηρίου, και μάλιστα συμπεριλαμβάνοντας όλα τα λάθη που υπάρχουν σ’ αυτήν την μετάφραση. 

Ο Στέφανος μας συστήνεται εντελώς ξαφνικά στις Πράξεις 6.5 σαν ο πρώτος χριστιανός που εκτελείται, μια ομολογουμένως περίεργη ιστορία δεδομένου ότι οι Πέτρος και Ιωάννης είχαν δικαστεί δυο φορές με τις ίδιες κατηγορίες. Άλλη μια ένδειξη ότι ο συγγραφέας ίσως δουλεύει πάνω σε διαφορετικές παραδόσεις. 

Ο Στέφανος μοιάζει περισσότερο με λογοτεχνικό χαρακτήρα. Ένα γενικό μοντέλο για οποιονδήποτε μετέπειτα μάρτυρα. Το όνομα του, Στέφανος, είναι πραγματικά ένα όνομα με έντονα συμβολική σημασία. Η Αποκάλυψη 2.10 προτρέπει τους χριστιανούς να μείνουν πιστοί μέχρι θανάτου για να λάβουν το στέφανο της ζωής. Επίσης η Α΄ Πέτρου 5.4 λέει πως όταν ο Ιησούς εμφανιστεί στους πιστούς, θα λάβουν τον στέφανον της δόξης. Παρομοίως η Β΄ Τιμόθεου 4.8 λέει πως οι μάρτυρες για την αγάπη του Ιησού θα λάβουν στέφανο δικαιοσύνης. Η Προς Εβραίους 2.7-8 λέει πως ο Ιησούς στεφανώθηκε με δόξα και τιμή κατά το μαρτύριο του. Πράγματι, η ιστορία του Στεφάνου μιμείται όλα τα στοιχεία από το μαρτύριο του Ιησού: Και οι δύο συγχωρούν τους εκτελεστές τους αμέσως πριν τον θάνατό τους (Πρ. 7.60. Λκ. 23.34). Και οι δύο δηλώνουν πως παραδίδουν το πνεύμα τους στον θεό κατά τον θάνατό τους (Πρ. 7.59, Λκ. 23.46). Και οι δύο πεθαίνουν απογυμνωμένοι από τα ιμάτιά τους (Πρ. 7.58, Λκ. 23.24). Και οι δύο βγάζουν “φωνή μεγάλη” (Πρ.7.60, Λκ. 23.46). Και όπως ο Ιησούς λέει στους κατηγόρους του πως θα τον δουν να κάθεται στα δεξιά του Πατέρα, ομοίως και ο Στέφανος λέει πως βλέπει τον Ιησού να κάθεται στα δεξιά του Πατρός (Πρ. 7.55, Λκ. 22. 69). 
 
Ο συγγραφέας δανείζεται επίσης στοιχεία από το ευαγγέλιο του Μάρκου. Ο Ιησούς συκοφαντείται από ψευδομάρτυρες, ακριβώς όπως ο Στέφανος. Και όπως ο Ιησούς κατηγορείται για την πρόθεσή του να γκρεμίσει τον Ναό, ομοίως ο Στέφανος κατηγορείται πως αυτός, “ο Ιησούς ο Ναζαρηνός”, είχε πει πως θα κατέστρεφε τον Ναό. Αξιοπρόσεκτα, όταν ο “Λουκάς” καταγράφει την ιστορία της σύλληψης και της δίκης του Ιησού, παραλείπει αυτές τις λεπτομέρειες αλλά τις χρησιμοποιεί στην ιστορία του Στεφάνου, δείχνοντας πως έχει επίγνωση πως κατασκευάζει την ιστορία. Ένας άλλος περίεργος παραλληλισμός βρίσκεται μεταξύ της σκηνής του “νεανίσκου” που τρέχει γυμνός κατά την σύλληψη του Ιησού και του “νεανία” Σαούλ που φυλάει τα ιμάτια των εκτελεστών. 

Όταν λοιπόν ο “Λουκάς” προσθέτει στον λόγο του Στεφάνου μια σύντομη αναφορά στον ιστορικό Ιησού (Οι Εβραίοι που τον πρόδωσαν και τον φόνευσαν όπως έκαναν και οι πατέρες τους με τους προφήτες Πράξεις. 7.52-53), είναι πολύ πιθανόν να εισάγει δικές του υποθέσεις, καθότι ούτε ο Στέφανος δίνει κάποια λεπτομέρεια, ούτε το Σανχεντρίν φαίνεται να προβάλει κάποιον αντίλογο. Ή θα μπορούσε να αναφέρεται σε κάποια κοσμική ευθύνη αφού λέει του οποίου τώρα σεις έχετε γίνει προδόται και φονείς. Σεις οι οποίοι ελάβατε τον νόμον με εντολάς, που ο Θεός σας έδωσε δια μέσου των αγγέλων, και δεν τον εφυλάξατε. 

Ο συγγραφέας λοιπόν υποθέτει ότι δεν υπήρχε εβραϊκός αντίλογος σ’ όλα αυτά (ιστορικά απίθανο) και μέσα σ’ αυτόν τον 1200 λέξεων μακροσκελή και μονότονο λόγο, ο Στέφανος δεν αισθάνεται καμία ανάγκη να κάνει κάποια αναφορά στην ζωή, τα θαύματα, τις διδασκαλίες και την καταδίκη του Ιησού, πέρα από μια σύνοψη της βιβλικής ιστορίας των Εβραίων. Άρα και η ομιλία του Στεφάνου δεν προσφέρει τίποτα στην αναζήτηση του ιστορικού Ιησού. 

Από που πήραν τις ιδέες τους; 

Όλες οι υπόλοιπες πηγές του “Λουκά” είναι απλά λογοτεχνικές και όχι ιστορικές. Ο Αμερικανός καθηγητής Θεολογίας, Dennis MacDonald, έχει αναλύσει πως οι Πράξεις χρησιμοποιούν μοτίβα από τον Όμηρο τα οποία προσαρμόζουν στους νέους ήρωες: 
 
“Τα ναυάγια του Οδυσσέα και του Παύλου μοιράζονται λογοτεχνικούς παραλληλισμούς και λεξιλόγιο, η εμφάνιση ενός θεού που εγγυάται την ασφάλεια, η ανάβαση σε μια σχεδία, η άφιξη του ήρωα σ’ ένα νησί με φιλόξενους κατοίκους, η αποστολή του πίσω στην πορεία του (σε άλλο πλοίο). 
 
Ο Παύλος ισχυρίζεται ότι ναυάγησε τρεις φορές (Β΄ Κορ. 11,25). Ο “Λουκάς” ίσως να εμπνεύστηκε απ’ αυτήν την ιστορία δανειζόμενος ιδέες από άλλες ιστορίες όπως του Ιωνά, της Οδύσσειας και της Αινειάδας. Οι Πράξεις αντιγράφουν συχνά τον Όμηρο. Η ανάσταση του Εύτυχου απο τον Παύλο βασίζεται στην ιστορία του Ελπήνωρα (ο Εύτυχος αποκοιμιέται σε ένα ψηλό παράθυρο, πέφτει, σκοτώνεται και ο Παύλος τον ανασταίνει. Ο Ελπήνωρας επίσης αποκοιμιέται, πέφτει απο ψηλά, σκοτώνεται και ο Οδυσσέας τον συναντά στον Αδη). Το όραμα του Κορνήλιου και του Πέτρου βασίστηκε σε μια παρόμοια ιστορία για τον Αγαμέμνωνα. Το ξεπροβόδισμα του Παύλου στην Μίλητο βασίστηκε στο αντίστοιχο ξεπροβόδισμα του Εκτωρα στην Ανδρομάχη. Η εκλογή του Ματθία στην εκλογή του Αίαντα. Η απόδραση του Πέτρου από την φυλακή στην απόδραση του Πριάμου από τον Αχιλλέα. 
 
Ο συγγραφέας των Πράξεων χρησιμοποίησε και άλλες λογοτεχνικές πηγές. Πχ οι αποδράσεις από την φυλακή στις Πράξεις 12.6-7 και 16:25-26 μοιράζονται αφηγηματικούς παραλληλισμούς με τις θεϊκές αποδράσεις στις Βάκχες του Ευριπίδη 440-49, 585-94 (θαυματουργικό σπάσιμο των αλυσίδων και απόδραση μετά από έναν σεισμό). 
 
Ο συγγραφέας των Πράξεων επίσης χρησιμοποιεί την ιστορία της βάπτισης από τον Ιωάννη για να συνθέσει την ιστορία της μεταστροφής του Παύλου και την βάπτιση του από τον Ανανία: 
 
1)Ιωάννης = Γιαχουχάναν = ο Γιαχβέ είναι μεγάλος. Ανανίας = Ανανγιάχου = Μεγάλος είναι ο Γιαχβέ. 
 
2) Ο Ιωάννης έλεγε: ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού. Ο Παύλος πηγαίνει στην οδό που καλείται ευθεία” στην Δαμασκό. 
 
3) Η ιστορία μετά πηγαίνει αντίστροφα: Ο θεός μιλάει στον Παύλο σε όραμα (Πράξεις 9.3-8), προσεύχεται (9.11) μετά βαπτίζεται (9.18) και αμέσως μετά κηρύττει το ευαγγέλιο (9.20). Ο Ιησούς βαπτίζεται, μετά προσεύχεται, ο θεός του μιλάει από τον ουρανό (Λουκάς 3.21-22) και αμέσως μετά αρχίζει να κηρύττει το ευαγγέλιο. 
 
Ο “Λουκάς” φαίνεται επίσης να χρησιμοποιεί στοιχεία από το βιβλίο του Τωβίτ. Όταν ο Παύλος θεραπεύεται από την τυφλότητά του από τον Ανανία, “λέπια” πέφτουν απ’ τα μάτια του (Πράξεις 9,18). Στον Τωβίτ 3.17, ο άγγελος Ραφαήλ αφαιρεί τα “λέπια” (λεπίσαι τὰ λευκώματα) από τα μάτια του Τωβίτ. Και όπως ο Παύλος εξουσιοδοτείται από το Σανχεντρίν με ένα γράμμα για να συλλάβει χριστιανούς στη Δαμασκό (Πράξεις 9.1-2), έτσι και ο Τωβίτ λαμβάνει ένα γράμμα από τον πατέρα του προκειμένου να διεκδικήσει ένα χρηματικό ποσό σε μια ξένη πόλη (Τωβίτ 5.1-3). Ακόμα πιο αποκαλυπτικό είναι πως ο άγγελος που συνοδεύει τον Τωβίτ συστήνεται ως γιος του Ανανία και του εξηγεί πως θα θεραπεύσει την τυφλότητά του ακριβώς όπως ο Ιησούς, σαν θεϊκό ον, στέλνει τον Παύλο σε κάποιον Ανανία για τον ίδιο λόγο (Πράξεις 9.10-17). 

Οι αφηγηματικές συμπτώσεις στις Πράξεις είναι επίσης πάρα πολλές για να αποτελούν πιστευτή ιστορία. Οι Πέτρος και Παύλος ανασταίνουν, αντίστοιχα, κάποιον απ΄τους νεκρούς (Πράξεις 9.36-40, 20.9-10). Και οι δύο θεραπεύουν έναν παράλυτο (3.1-8, 14.8-10), χρησιμοποιούν απίστευτες θεϊκές δυνάμεις (5.15, 19.11-12), νικούν έναν μάγο (8.18-23, 13.6-11) αλλά και δραπετεύουν θαυματουργικά από την φυλακή (12.6-10. 16.25-26). Αντίστοιχα, όπως ο θεός στέλνει έναν όραμα στον Κορνήλιο σχετικά με τον Πέτρο για να τον σώσει (Πράξεις 10), έτσι και στον Παύλο στέλνει έναν Μακεδόνα σε όραμα για να σώσει τους Μακεδόνες (6.9-10). 
 
Ο συγγραφέας των Πράξεων κάνει και αρκετούς παραλληλισμούς μεταξύ Παύλου και του βίου του Ιησού: 

Και οι δύο κάνουν μεγάλες περιοδείες που καταλήγουν στην Ιερουσαλήμ. Εκεί συλλαμβάνονται με την κατηγορία της διατάραξης της ησυχίας του Ναού και αντιμετωπίζουν έναν Ηρωδιανό μονάρχη και Ρωμαίους προκουράτορες αντίστοιχα. Και στις δυο περιπτώσεις έχουμε τους Εβραίους να μεθοδεύουν συνωμοσίες εναντίον τους, αλλά το τέλος να βρίσκονται αθώοι. Και στις δύο περιπτώσεις ανακρίνονται απ’ τους “αρχιερείς και όλο το Σανχεντρίν” και κάνουν προβλέψεις για το τι θα συμβεί μετά το τέλος τους. 
 
Αλλά ο Παύλος τα κάνει όλα σε μεγαλύτερα μεγέθη από τον Ιησού: Τα ταξίδια του είναι πολύ μεγαλύτερης κλίμακας: ταξιδεύει γύρω από την μεσόγειο (αντί της λίμνης της Γαλιλαίας όπως έκανε ο Ιησούς) και μάλιστα σ’ ένα ταξίδι αντιμετωπίζει μια άγρια καταιγίδα, ακριβώς όπως ο Ιησούς, αλλά σώζεται από την πίστη. Οι δίκες του κρατάνε για χρόνια και, αντίθετα με τον Ιησού, πραγματικοί στρατοί επιδιώκουν να τον σκοτώσουν ή να τον σώσουν (Πρ. 23.20-24). Ο Ιησούς προκαλεί βίαιες αντιδράσεις διαβάζοντας τις Γραφές στην συναγωγή (Λκ. 23.20-24), ομοίως ο Παύλος προκαλεί δυο φορές βίαιες αντιδράσεις για τον ίδιο λόγο (Πρ. 13.14-52, 17. 1-5). Και ενώ ο Ιησούς στο τέλος έχει έναν βίαιο και λυτρωτικό θάνατο χωρίς να προσπαθεί να προσηλυτίσει κάποιον μετά την ανάσταση του, ο Παύλος Εμεινε δε δύο ολόκληρα έτη εις ιδιαίτερον οίκημα, το οποίον είχε ενοικιάσει και εδέχετο με χαράν όλους εκείνους, που ήρχοντο εις επίσκεψίν του, εκήρυσσε δε προς αυτούς την βασιλείαν του Θεού και εδίδασκε τα περί του Κυρίου Ιησού Χριστού με κάθε παρρησίαν, χωρίς να του παρεμβάλη κανείς κανένα εμπόδιον (Πρ. 28.31), κάτι που ούτε ο ίδιος ο Ιησούς δεν κατάφερε κατά την διάρκεια της κράτησής του απ’ τους Ρωμαίους. 
 
Ο Παύλος πάλι έχει μία παρ’ ολίγον ιστορία βίαιου θανάτου και ανάστασης (Πρ. 14.19-21), αλλά αμέσως μετά συνεχίζει ακάθεκτος κερδίζοντας περισσότερους πιστούς. Και όπως ο Ιησούς (Λκ. 22.70), όλα αυτά συμβαίνουν αμέσως μετά την αναγνώρισή του ως θεού (το περιστατικό με τον Βαρνάββα στα Λύστρα Πρ. 14.11-18). Και στο τέλος, αντίθετα με τον Ιησού, ο Παύλος στέλνεται να συναντήσει τον αυτοκράτορα, κάτι που ο Ιησούς δεν κατάφερε. 

Όλοι οι παραλληλισμοί μεταξύ Πέτρου και Παύλου και μεταξύ Παύλου και Ιησού, είναι μάλλον απίθανη ιστορία. Ο γνωστός μελετητής John Dominic Crossan, έχει υποστηρίξει πως ακόμα και η ιστορία της μεταστροφής του Παύλου στις Πράξεις 9.1-20 παραλληλίζεται με την ιστορία στους Εμμαούς, στον Λουκά 24.13-35: 
 
1) Και οι δύο ιστορίες συμπεριλαμβάνουν ένα ταξίδι σε άλλη πόλη. 2) Και οι δύο ιστορίες συμπεριλαμβάνουν μία αποκάλυψη του Χριστού. 3) Στον Λουκά αυτό συμβαίνει ενώ ἤγγισαν την πόλη και ἐπορεύοντο, ενώ στις Πράξεις ο Παύλος ἐγγίζειν την Δαμασκό και πορεύεσθαι προς αυτήν. 4) Και στις δυο περιπτώσεις ο Ιησούς δίνει οδηγίες στους άπιστους, ενώ αμέσως μετά γίνονται πιστοί και διακηρύσσουν την νέα πίστη τους. 5) Και στις δυο ιστορίες είναι τουλάχιστον δυο άτομα στον δρόμο, αλλά αναφέρεται μόνο το όνομα του ενός (Σαούλ και Κλεόπας αντίστοιχα). 6) Και στις δυο ιστορίες οι “αρχιερείς” της Ιερουσαλήμ κατονομάζονται ως εχθροί της εκκλησίας. 7) Στον Λουκά ο θεός λέει πως ο Ιησούς πρέπει να μαρτυρήσει ακριβώς όπως ο Ιησούς λέει στον Παύλο πως ἐγὼ γὰρ ὑποδείξω αὐτῷ ὅσα δεῖ αὐτὸν ὑπὲρ τοῦ ὀνόματός μου παθεῖν.” 8) Και στις δυο ιστορίες συμπεριλαμβάνεται μια ιστορία τυφλότητας (Ο Κλεόπας με τον σύντροφό του δεν μπορούσαν να δουν τον Ιησού γιατί οἱ δὲ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν ἐκρατοῦντο τοῦ μὴ ἐπιγνῶναι αὐτόν αλλά μετά από λίγο διηνοίχθησαν οἱ ὀφθαλμοί, καὶ ἐπέγνωσαν αὐτόν). 9) Στον Λουκά το περιστατικό γίνεται την τρίτη μέρα, ενώ ο Παύλος τυφλώνεται για τρεις μέρες. 10) Στον Λουκά η “τυφλότητα” θεραπεύεται μετά από ένα γεύμα, ενώ στις Πράξεις ένα γεύμα ακολουθεί μετά την θεραπεία της τυφλότητας. 
 
Τέτοιου είδους αναλύσεις καταστρέφουν την ιστορική αξιοπιστία όλων των άλλων αφηγήσεων στις Πράξεις. Το βιβλίο των Πράξεων μοιράζεται κοινά χαρακτηριστικά με όλα τα άλλα περιπετειώδη μυθιστορήματα της εποχής: Όλα προβάλλουν έναν συγκεκριμένο θεό ή θρησκεία. Όλα περιέχουν περιπετειώδη ταξίδια, θαυμαστά υπερφυσικά γεγονότα και συναντήσεις με εξωτικούς λαούς (Πρ. 14. 8-19, 19.23-41, 28.1-6). Θεϊκές παρεμβάσεις και οράματα που παίζουν κομβικό ρόλο στην πλοκή. Θαυματουργικές αποδράσεις (Πρ. 12, 16, 21, 26) και άγριους διώκτες. Εκστασιασμένα πλήθη (που γίνονται βασικοί χαρακτήρες στην Έφεσο και την Ιερουσαλήμ, στις Πράξεις 6-7, 18-19, 21-22). Ζευγάρια ηρώων που χωρίζουν και μετά επανενώνονται (Πρ. 16:13-40). 
 
Συμπερασματικά, οι Πράξεις είναι ένα κλασικό αρχαίο μυθιστόρημα και όχι μια ιστορική μονογραφία. Και φυσικά τίποτα απ’ τα παραπάνω δεν μπορεί να αποδοθεί σε συμπτώσεις. Αν και δεν μπορούμε να απορρίψουμε τα πάντα εκεί μέσα ως έργο μυθοπλασίας, οι Πράξεις δεν προσφέρουν σχεδόν τίποτα στην αναζήτηση του ιστορικού Ιησού. Ο “Λουκάς”, όπως και με το ευαγγέλιο του, δεν γράφει ιστορία αλλά την επινοεί. Δεν ξέρουμε καν αν ο ίδιος ήταν ιστορικός. Ίσως χρησιμοποιεί πηγές της εποχής για να δημιουργήσει το ιστορικό παρασκήνιο στην ιστορία του, ώστε μετά να το “πουλήσει” σαν ιστορία. Αυτό που μένει όμως στο τέλος είναι μια ευφάνταστη ιστορία θρησκευτικής μυθοπλασίας και προπαγάνδας.