Ένα από τα πιο συναρπαστικά χαρακτηριστικά του πρώιμου Χριστιανισμού είναι ότι τόσοι πολλοί διαφορετικοί Χριστιανοί δάσκαλοι και χριστιανικές ομάδες λέγανε τόσα πολλά αντίθετα πράγματα. Δεν είναι ότι απλά λέγανε διαφορετικά πράγματα. Συχνά λέγανε ακριβώς τα αντίθετα πράγματα. Υπάρχει μόνον ένας Θεός. Όχι, υπάρχουν πολλοί θεοί. Ο υλικός κόσμος είναι η καλή δημιουργία ενός καλού Θεού. Όχι, προέρχεται από μια κοσμική καταστροφή στο θεϊκό βασίλειο. Ο Ιησούς ενσαρκώθηκε. Όχι, ήταν εντελώς αποκομμένος από την σάρκα. Η αιώνια ζωή έρχεται μέσω λύτρωσης της σάρκας. Όχι, έρχεται μέσω απόδρασης από την σάρκα. Ο Παύλος τα δίδαξε αυτά. Όχι, ο Παύλος δίδαξε άλλα. Ο Παύλος ήταν ο αληθινός απόστολος. Όχι, ο Παύλος παρεξήγησε το μήνυμα του Ιησού. Ο Πέτρος και ο Παύλος συμφωνούσαν σε κάθε θεολογικό ζήτημα. Όχι, βρίσκονταν μονίμως σε αντιπαράθεση ο ένας με τον άλλο. Ο Πέτρος δίδαξε ότι οι Χριστιανοί δεν έπρεπε να ακολουθούν τον Ιουδαϊκό νόμο. Όχι, δίδαξε ότι ο Ιουδαϊκός νόμος εξακολουθούσε να ισχύει. Και λοιπά, και λοιπά, και λοιπά, ένας κόσμος χωρίς τέλος.
Όχι μόνον αυτοί σε κάθε πλευρά σε όλες αυτές τις συζητήσεις νόμιζαν ότι είχαν δίκιο και οι αντίπαλοί τους άδικο· επίσης ισχυρίζονταν με κάθε ειλικρίνεια και τιμιότητα ότι οι απόψεις τους ήταν εκείνες που δίδαξαν ο Ιησούς και οι απόστολοί του. Επιπροσθέτως, όλοι, προφανώς, παρήγαγαν βιβλία για να το αποδείξουν, βιβλία που ισχυρίζονταν ότι είχαν γραφτεί από αποστόλους και υποστήριζαν τις δικές τους απόψεις. Αυτό που είναι ίσως το πιο ενδιαφέρον όλων, η μεγάλη πλειοψηφία αυτών των αποστολικών βιβλίων ήταν στην πραγματικότητα πλαστά. Οι Χριστιανοί σκοπεύοντας να καθιερώσουν τι ήταν σωστό να πιστεύεις το έκαναν λέγοντας ψέμματα, σε μια προσπάθεια να εξαπατήσουν τους αναγνώστες τους ώστε να συμφωνήσουν ότι εκείνοι ήταν που έλεγαν την αλήθεια. [...]
Δεν
πρέπει να θεωρηθεί ότι οι Χριστιανοί άρχισαν να χαλκεύουν ιστορίες για
τον Ιησού μόνο μετά την ολοκλήρωση της Καινής Διαθήκης. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάποιες ιστορίες δημιουργήθηκαν τα πρώτα χρόνια του χριστιανικού κινήματος. Μερικές από αυτές τις χαλκεύσεις πέρασαν στην Καινή Διαθήκη.
Θα
μπορούσαμε να μακρηγορήσουμε μιλώντας για αφηγήσεις της Καινής Διαθήκης
που υποτίθεται ότι παρουσιάζουν ιστορικά γεγονότα, ενώ στην
πραγματικότητα είναι επινοημένες ιστορίες. Τέτοιες
αφηγήσεις μπορούν να βρεθούν στις ιστορίες για την γέννηση, την ζωή,
τις διδασκαλίες, τον θάνατο και την ανάσταση του Ιησού, καθώς και σε
ιστορίες για τους οπαδούς του, όπως ο Πέτρος και ο Παύλος, μετά τον
θάνατό του στο βιβλίο των Πράξεων.
Όσον
αφορά τις ιστορίες της γέννησης του Ιησού, δεν χρειάζεται να περιμένει
κανείς τα μεταγενέστερα Ευαγγέλια, που αναφέρθηκαν παραπάνω, για να
αρχίσει να βλέπει τις χαλκευμένες αφηγήσεις· είναι ήδη εκεί στις γνωστές εκδοχές του Ματθαίου και του Λουκά. Δεν
υπήρξε ποτέ απογραφή από τον Αύγουστο Καίσαρα που να ανάγκασε τον Ιωσήφ
και την Μαρία να πάνε στην Βηθλεέμ λίγο πριν γεννηθεί ο Ιησούς· δεν υπήρξε ποτέ αστέρι που να καθοδηγούσε μυστηριωδώς σοφούς από την Ανατολή στον Ιησού· ο Ηρώδης ο Μέγας δεν έσφαξε ποτέ όλα τα αγοράκια στην Βηθλεέμ· ο Ιησούς και η οικογένειά του δεν πέρασαν ποτέ αρκετά χρόνια στην Αίγυπτο. Αυτές
μπορεί να ακούγονται σαν τολμηρές και προκλητικές δηλώσεις, αλλά οι
μελετητές γνωρίζουν τους λόγους και τις αποδείξεις πίσω από αυτές εδώ
και πολλά χρόνια. [...]
Για πολλούς, πολλούς αιώνες, εικαζόταν απλώς ότι οι αφηγήσεις για τον Ιησού και τους αποστόλους – αφηγήσεις τόσο εντός όσο και εκτός της Καινής Διαθήκης – περιέγραφαν γεγονότα που πραγματικά συνέβησαν. Οι περισσότεροι αναγνώστες εξακολουθούν να διαβάζουν τις κανονικές περιγραφές με αυτόν τον τρόπο. Αλλά πολλές από αυτές τις ιστορίες δεν είναι ιστορικές αφηγήσεις. Είναι, αντιθέτως, χαλκευμένες περιγραφές, οι οποίες είτε δημιουργήθηκαν εσκεμμένα για να αποδείξουν κάτι είτε απλώς προέκυψαν, κάπως, όταν οι Χριστιανοί μετέδωσαν «πληροφορίες» για τον Ιησού και όσους συνδέονταν με αυτόν. [...]
Σίγουρα τα ψέμματα που κατασκεύασαν οι πλαστογράφοι των πρώιμων χριστιανικών κειμένων δεν ειπώθηκαν για να προστατεύσουν την ζωή και την υγεία. Ειπώθηκαν προκειμένου να παραπλανήσουν τους αναγνώστες να πιστέψουν ότι οι συγγραφείς αυτών των βιβλίων ήταν καθιερωμένα πρόσωπα με εξουσία. Εάν αυτά τα κείμενα παρήχθησαν από αξιόπιστες αρχές, τότε αυτά που λένε για το τι πρέπει να πιστεύουμε και πώς να ζούμε πρέπει να είναι αλήθεια. Οι αληθινές διδασκαλίες βασίστηκαν σε ψέμματα.
Ταυτοχρόνως, οι συντάκτες αυτών των ψεμμάτων ήταν αναμφίβολα όπως σχεδόν όλοι οι άλλοι στον κόσμο, αρχαίοι και σύγχρονοι· και αυτοί μάλλον δεν ήθελαν να τους λένε ψέμματα και να τους εξαπατούν. Αλλά για δικούς τους λόγους ένιωθαν υποχρεωμένοι να λένε ψέμματα και να εξαπατούν τους άλλους. Σε αυτόν τον βαθμό δεν ανταποκρίθηκαν σε μία από τις θεμελιώδεις αρχές της χριστιανικής παράδοσης, που διδάχθηκε από τον ίδιο τον Ιησού, ότι πρέπει να «κάνετε στους άλλους όπως θα θέλατε να κάνουν σε εσάς». Ενδεχομένως να ένιωσαν ότι στην περίπτωσή τους ο Χρυσός Κανόνας δεν ίσχυε. Αν είναι έτσι, σίγουρα θα εξηγούσε γιατί τόσα πολλά από τα γραπτά της Καινής Διαθήκης ισχυρίζονται ότι γράφτηκαν από αποστόλους, ενώ στην πραγματικότητα δεν γράφτηκαν από αυτούς.
Forged, σελ. 218, 239-40, 265
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σχόλια με greeklish δεν γίνονται δεκτά.