Ο Ουεσπασιανός έκανε σχέδια ν’ αρπάξει την απόλυτη εξουσία και εκείνη την εποχή βρισκόταν στις χώρες οι οποίες συνόρευαν με την Αίγυπτο· καθώς λοιπόν προχωρούσε προς την Αίγυπτο, άνθρωποι σαν τον Δίωνα και τον Ευφράτη, για τους οποίους πιο κάτω θα γίνει λόγος, τον καλωσόριζαν. Διότι μετά τον πρώτο αυτοκράτορα, ο οποίος είχε βάλει σε τάξη τις ρωμαϊκές υποθέσεις, επικράτησαν τόσο ολέθριες τυραννίες για πενήντα χρόνια, ώστε ούτε ο Κλαύδιος, ο οποίος στα μέσα αυτής της περιόδου κυβέρνησε επί δεκατρία χρόνια, να μην φαίνεται επιτυχημένος. Και όμως ο Κλαύδιος ήταν πενήντα ετών, όταν είχε αναλάβει την εξουσία, δηλαδή σε μια ηλικία κατά την οποία ο νους των ανθρώπων βρίσκεται στην μεγαλύτερη ακμή του και είχε την φήμη ανθρώπου που αγαπάει την κάθε είδους πνευματική καλλιέργεια· αλλά και εκείνος, αν και βρισκόταν σ’ αυτήν την ηλικία, πολλά παιδαριώδη έπαθε και άφησε την εξουσία σε γυναικούλες, όπως κάποιος αφήνει ένα λιβάδι στην βοσκή των προβάτων· σ’ αυτές με τόση ευκολία αφέθηκε να τον δολοφονήσουν, ώστε αν και γνώριζε εκ των προτέρων όσα επρόκειτο να πάθει, ούτε γι’ αυτά που γνώριζε έλαβε προφυλάξεις.
Ο Απολλώνιος ήταν βεβαίως ευχαριστημένος με την νέα τροπή των πραγμάτων όσο τουλάχιστον ο Ευφράτης και ο Δίων, δεν έκανε όμως χρήση αυτής στις δημόσιες συζητήσεις του, επειδή πίστευε ότι το είδος αυτό του λόγου αρμόζει περισσότερο σ’ έναν ρήτορα. Καθώς λοιπόν ο αυτοκράτορας πλησίαζε στην πύλη, μπροστά στις πύλες τον υποδέχονταν οι ιερείς μαζί με τους δικαστές της Αιγύπτου και τους αντιπροσώπους των επαρχιών, στις οποίες ήταν διηρημένη η Αίγυπτος. Παρόντες ήταν και όλοι οι φιλόσοφοι με όλα τα σχολεία τους.
Αλλά ο Απολλώνιος, μη δίνοντας ιδιαίτερη σημασία σ’ αυτά, εξακολουθούσε τις συζητήσεις στον ναό. Αφού ο αυτοκράτορας μεγαλόπρεπα και ήρεμα αντάλλαξε μερικές κουβέντες και εκφώνησε έναν σύντομο λόγο, είπε:
«Βρίσκεται εδώ ο άνδρας από τα Τύανα;»
«Ναι» απάντησαν, «και έτσι πολύ μας βελτίωσε.»
«Πώς θα μπορούσαμε να συναντηθούμε μαζί του;» είπε ο αυτοκράτορας, «γιατί τον χρειάζομαι πολύ τον άνδρα αυτόν.»
«Αυτός θέλει να σε συναντήσει κοντά στον ναό» απάντησε ο Δίων, «έτσι μου έλεγε όταν ερχόμουν εδώ.»
«Ας πάμε λοιπόν να προσευχηθούμε στον θεό και να συναντηθούμε μ’ έναν έξοχο άνδρα», είπε ο βασιλιάς.
Τότε κυκλοφόρησε η ιστορία, ότι του μπήκε στο μυαλό να καταλάβει την εξουσία, όταν ακόμη πολιορκούσε τα Σόλυμα, και ότι προσκαλούσε τον Απολλώνιο, προκειμένου να τον συμβουλευτεί για τις σκέψεις του αυτές, αλλά εκείνος ηρνείτο να πατήσει το πόδι στην γη την οποία μόλυναν οι κάτοικοί της και με όσα έκαμαν και με όσα έπαθαν· γι’ αυτό έλεγαν ότι ήλθε στην Αίγυπτο, αφού κατέλαβε την εξουσία, για να συζητήσει με τον Απολλώνιο όσα θα εκθέσω στην συνέχεια.
Ύστερα από την θυσία, και πριν να παραχωρήσει επίσημες ακροάσεις στους αντιπροσώπους των πόλεων, χαιρέτησε τον Απολλώνιο και, σαν να προσευχόταν σ’ αυτόν του είπε:
«Κάνε με βασιλιά εσύ»· και εκείνος είπε: «Σε έκαμα, διότι προσευχήθηκα και ζήτησα ήδη από τους θεούς να γίνεις βασιλιάς δίκαιος, γενναίος, συνετός, στολισμένος με κάτασπρα μαλλιά και πατέρας γνησίων παιδιών». Ο βασιλιάς καταχάρηκε με τα λόγια αυτά και επί πλέον, διότι το πλήθος που βρισκόταν μέσα στο ιερό τον άκουσε και αυτό.
Και τον ρώτησε: «Πώς σου φαινόταν η εξουσία του Νέρωνα;»
Και ο Απολλώνιος απάντησε: «Ο Νέρων ίσως γνώριζε να χορδίζει την κιθάρα, ντρόπιασε όμως την εξουσία με την χαλάρωση και το τέντωμα.»
«Προτείνεις λοιπόν» είπε ο άλλος, «ο κυβερνήτης να τηρεί τους κανόνες ανάμεσα στα δύο;»
«Όχι εγώ», απάντησε «αλλά ο θεός είναι εκείνος ο οποίος όρισε την ισότητα ως μεσότητα. Και καλοί σύμβουλοι είναι αυτοί εδώ οι άνδρες», και έδειξε τον Δίωνα και τον Ευφράτη, ο οποίος δεν είχε έρθει ακόμα σε αντίθεση μαζί του.
Τότε ο βασιλιάς σήκωσε ψηλά τα χέρια του και είπε: «Δία, είθε εγώ να κυβερνώ σοφούς άνδρες και οι σοφοί άνδρες εμένα». Και αφού στράφηκε προς τους Αιγυπτίους, πρόσθεσε: «Αντλήστε και από μένα ελεύθερα, όπως αντλείτε και από τον Νείλο». Το αποτέλεσμα τότε ήταν ότι οι Αιγύπτιοι ανέκτησαν την ευημερία τους, διότι είχαν ήδη εξαντληθεί από τις καταπιέσεις. Όταν ο βασιλιάς κατέβηκε από τον ναό έπιασε τον Απολλώνιο από το χέρι, τον οδήγησε στα ανάκτορα και του είπε:
«Ίσως να δίνω την εντύπωση σε μερικούς ότι κάνω ανοησία, που στα εξήντα μου αναλαμβάνω την βασιλεία. Θέλω λοιπόν, να απολογηθώ σ’ εσένα γι’ αυτή μου την ενέργεια για να μπορείς να απολογείσαι κι εσύ για μένα στους άλλους. Εγώ δεν θυμάμαι να έχω υποδουλωθεί ποτέ στα πλούτη, ούτε ακόμη και όταν ήμουν παιδί, ενώ τα αξιώματα και τα μεγαλεία τα οποία απορρέουν από την κυβέρνηση των Ρωμαίων με τόση σωφροσύνη και μετριοπάθεια τα αντιμετώπισα, ώστε μήτε υπεροπτικός μήτε ψοφοδεής να φανώ· όσο για επαναστάσεις ούτε και εναντίον του Νέρωνα τις σκέφθηκα· αλλά επειδή κατείχε την εξουσία, αν και όχι σύμφωνα με τους νόμους, αφού την παρέλαβε από τον αυτοκράτορα, υποτάχθηκα σ’ αυτόν για χάρη του Κλαυδίου, ο οποίος με διόρισε ύπατο και σύμβουλο των υποθέσεών του· και μα την Αθηνά, κάθε φορά που έβλεπα τον Νέρωνα να ασχημονεί, δάκρυζα, σκεπτόμενος τον Κλαύδιο, ποιο δηλαδή κάθαρμα κληρονόμησε το πολυτιμώτερο από τα αγαθά του. Διαπιστώνοντας στην συνέχεια ότι ούτε όταν εκθρονίστηκε ο Νέρων άλλαξαν προς το καλλίτερο τα πράγματα των ανθρώπων, αλλά αντιθέτως η εξουσία εξακολουθούσε να εξευτελίζεται, έτσι όπως συνέβαινε επί Βιτελίου, θα προχωρήσω πλέον με αποφασιστικότητα προς αυτήν, πρώτον γιατί θέλω να παρουσιάσω στους ανθρώπους την αξία μου και δεύτερον γιατί θέλω να αγωνιστώ εναντίον ανθρώπου, που ζει μέσα στην κραιπάλη.
Διότι ο Βιτέλιος λούζεται με αρώματα περισσότερο απ’ ότι εγώ με νερό, και μου φαίνεται ότι αν τρυπηθεί με ξίφος θα τρέξει άρωμα μάλλον παρά αίμα από την πληγή του· και καθώς πίνει κρασί πάνω στο κρασί, έχει χάσει τα λογικά του και ενώ, όταν παίζει τα ζάρια είναι γεμάτος φόβο μήπως αυτά τον προδώσουν, δεν διστάζει να παίζει στα ζάρια την εξουσία· και υποταγμένος στις πόρνες καθώς είναι, συνουσιάζεται με παντρεμένες γυναίκες, λέγοντας ότι είναι γλυκύτερος ο έρωτας, όταν αυτός συνοδεύεται από κινδύνους. Παραλείπω τα ακόμη πιο αισχρά, για να μην λέω μπροστά σου τέτοια πράγματα. Δεν μπορώ όμως σαν δειλός να ανέχομαι, ώστε οι Ρωμαίοι να κυβερνιούνται από τέτοιον άνδρα· ας ζητήσω καλλίτερα από τους θεούς να με καθοδηγούν, για να είμαι ο πραγματικός εαυτός μου. Γι’ αυτό Απολλώνιε, εγώ προσδένομαι επάνω σου σαν με καραβόσκοινο, διότι λένε ότι εσύ εννοείς τέλεια τους θεούς, και σε καθιστώ σύμβουλο στις αποφάσεις μου, επάνω στις οποίες στηρίζεται η τύχη ολόκληρης της οικουμένης, ώστε, αν οι διαθέσεις των θεών φαίνονται ευνοϊκές να ενεργώ σύμφωνα μ’ αυτές· αν όμως είναι αντίθετες και όχι ωφέλιμες για μένα και τους Ρωμαίους, να μην τους ενοχλώ παρά την θέλησή τους.»
Ο Απολλώνιος πιάστηκε από τα λόγια αυτά και απευθυνόμενος προς τον ουρανό, είπε: «Δία, Καπιτώλιε, επειδή εσένα αναγνωρίζω ως μόνο διαιτητή των παρόντων πραγμάτων, φύλαγε τον εαυτό σου γι’ αυτόν και αυτόν για σένα· διότι τον ναό σου, που χέρια βέβηλα τον πυρπόλησαν χθες, είναι πεπρωμένο να τον ξαναχτίσει αυτός εδώ ο άνδρας προς χάρη σου.»
Και στον βασιλιά που έμεινε έκθαμβος από αυτά είπε: «Η πραγματικότητα θ’ αποκαλυφθεί μόνη της· μην ζητάς τίποτε από μένα και προχώρα στην πραγματοποίηση των ορθών αποφάσεών σου.»
Πραγματικά στην Ρώμη ο Δομετιανός, ο γιός του Ουεσπασιανού, είχε παραταχθεί εναντίον του Βιτελίου, προασπίζοντας την εξουσία του πατέρα του· αλλά ενώ αυτός πολιορκούσε το Καπιτώλιο ο Βιτέλιος ξέφυγε από τους πολιορκητές, όμως πυρπόλησε τον ναό. Κι όλα αυτά φανερώθηκαν στον Απολλώνιο γρηγορώτερα απ’ ότι αν συνέβαιναν στην ίδια την Αίγυπτο.
Μετά από όλες αυτές τις συζητήσεις, ο Απολλώνιος απομακρύνθηκε από τον βασιλιά, λέγοντας ότι δεν του επιτρέπουν οι πατροπαράδοτες συνήθειες των Ινδών να κάμει κάτι διαφορετικό απ’ όσα εκείνοι κάμουν το μεσημέρι· την ίδια στιγμή ο βασιλιάς με περισσότερο ενθουσιασμό, αντί να επιτρέψει να του διαφύγει η κατάσταση από τα χέρια, έμενε σταθερός στην τακτική του, πεπει-σμένος από τα λόγια του Απολλωνίου ότι το μέλλον του είναι σίγουρο και επιβεβαιωμένο από τον ουρανό.
Τα ξημερώματα της επομένης ημέρας, ο Απολλώνιος πήγε στα ανάκτορα και ρώτησε τους φρουρούς, τι κάνει ο βασιλιάς· από αυτούς έμαθε ότι έχει ξυπνήσει από ώρα και ασχολείται με την αλληλογραφία του. Σαν άκουσε αυτά έφυγε λέγοντας στον Δάμι: «Ο άνδρας αυτός θα μπορέσει να κυβερνήσει».
Βίος Απολλωνίου, Βιβλίο Ε, Κεφάλαια XXVII-XXXI