Με τον Ραβίνο Γαμαλιήλ
Για τον συγγραφέα των Πράξεων, αν και ο Παύλος είναι Εβραίος, το πατρικό του σπίτι δεν ήταν στην Παλαιστίνη, αλλά στην εβραϊκή διασπορά. Λέγεται ότι γεννήθηκε στην Ταρσό (Πράξεις 9:11, 21:39, 22:3), εκείνες τις μέρες μια ελληνιστική πόλη (σήμερα στην Τουρκία) με μικτό, ελληνικό και ανατολίτικο πληθυσμό. Ο Παύλος υποτίθεται ότι έλαβε την θρησκευτική του εκπαίδευση από τον ραβίνο Γαμαλιήλ (Πράξεις 22:3). Η εβραϊκή-ραβινική χροιά που παρατηρεί κανείς σε πολλά αποσπάσματα των επιστολών του Παύλου εξηγείται συνήθως από αυτό το υπόβαθρο. Το όνομα του ραβίνου Γαμαλιήλ είναι επίσης γνωστό στην εβραϊκή παράδοση. Αυτό σίγουρα δεν αποδεικνύει, ωστόσο, ότι οι πληροφορίες στις Πράξεις είναι επίσης ιστορικές. Εν πάση περιπτώσει, στα εβραϊκά κείμενα των δύο πρώτων αιώνων της ΚΕ δεν αναφέρεται κανένας στασιαστής μαθητής του Γαμαλιήλ με το όνομα Παύλος ή Σαούλ. Είναι επίσης πολύ αξιοσημείωτο ότι ο υποτιθέμενος μαθητής του Γαμαλιήλ, ο οποίος σίγουρα θα είχε διδαχθεί από αυτόν το πρωτότυπο εβραϊκό κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης, παραθέτει αποσπάσματα από την Παλαιά Διαθήκη αποκλειστικά από την ελληνική έκδοση - σαν να μην είχε μάθει ποτέ στην ζωή του εβραϊκά! [...]
Αναζητώντας ίχνη
Οι επιστολές του Παύλου θεωρούνται ως τα σημαντικότερα έγγραφα της πρώιμης χριστιανικής ιστορίας του πρώτου αιώνα και ο Παύλος είναι ο σημαντικότερος μάρτυρας. Αναμένεται ότι από έναν αξιόπιστο ιστορικό μάρτυρα η δική του ιστορική ταυτότητα θα μπορεί να αποδειχθεί πειστικά. Ο Τερτυλλιανός, ο πατέρας της εκκλησίας, δεν ήταν καθόλου ικανοποιημένος με το γεγονός ότι ο συγγραφέας των επιστολών του Παύλου παρουσιάζει τον εαυτό του στις επιστολές του ως απόστολος από τα πρώτα χρόνια (σε αυτό ο Τερτυλλιανός ήταν πιο επικριτικός από πολλούς κριτικούς της Καινής Διαθήκης σήμερα). Ένας τέτοιος ισχυρισμός δεν αρκεί από μόνος του για να δημιουργήσει βεβαιότητα ως προς αυτό το σημείο. Ποια είναι λοιπόν η κατάσταση με τους άλλους μάρτυρες για τον απόστολο και τις επιστολές του;
Όσον αφορά το πρόσωπο του αποστόλου, αναζητώντας κάποιος μη χριστιανικές πηγές για τον Παύλο βρίσκεται σε ένα παρόμοιο δίλημμα όπως στην προσπάθεια τεκμηρίωσης της ιστορικότητας του Ιησού με μη χριστιανικό υλικό: οι αρχαίες πηγές σιωπούν.
Το δίλημμα είναι ακόμη μεγαλύτερο αφού η σιωπή
έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση με την τεράστια σημασία που υποτίθεται είχε ο
απόστολος σύμφωνα με τον συγγραφέα των Πράξεων και την παλαιοχριστιανική παράδοση. Δεν θα έπρεπε να περιμένουμε ότι η συγκλονιστική, δημόσια εμφάνιση του αποστόλου, το κήρυγμα και το ιεραποστολικό του έργο, θα έπρεπε επίσης να είχαν τουλάχιστον μια μακρινή αντανάκλαση εκτός των εκκλησιών που ίδρυσε; [...]
Ακόμα κι αν περιοριστούμε μόνο στις κύριες επιστολές του Παύλου, παραμένουν πρόσωπο και γεγονότα τα οποία ο αρχαίος κόσμος δεν θα μπορούσε να αγνοήσει και τα οποία πρέπει επίσης να είχαν τραβήξει την προσοχή πέρα από τον στενό κύκλο των χριστιανικών εκκλησιών. Πού πραγματικά συναντάμε έναν τέτοιο άνθρωπο, που όπως ο Παύλος στην Έφεσο ρίχτηκε στα θηρία στην αρένα (Α΄ Κορ. 15:23), έλαβε «πεντάκις σαράντα μαστιγώματα παρά ένα» (Β΄ Κορ. 11:24), ναυάγησε τρεις φορές, παρασυρόμενος στην θάλασσα για μια νύχτα και μια μέρα (Β΄ Κορ. 11:25) - και επέζησε από όλα αυτά! - ταξίδεψε από την Ιερουσαλήμ μέχρι το Ιλλυρικό για να κηρύξει το ευαγγέλιο (Ρωμ 15:19), κατάφερε να δραπετεύσει από την Δαμασκό με δραματικό τρόπο (Β΄ Κορ. 11:32-33)...; Η αινιγματική απάντηση είναι «Πουθενά»! Ούτε στην ελληνορωμαϊκή ούτε στην εβραϊκή γραμματεία βρίσκουμε ίχνος από όλα αυτά. Η μορφή του αποστόλου του λαού, ο οποίος στις Πράξεις εξυψώνεται σε υπερβατική, σχεδόν θεϊκή θέση (Πράξεις 14:11), προφανώς τράβηξε τόσο λίγο την προσοχή Ελλήνων και Ρωμαίων που δεν τον αναφέρουν με μία λέξη. [...]
Η σιγή του Λουκά
Ο κατάλογος των χριστιανών συγγραφέων που πρέπει να γνώριζαν τα γραπτά του Παύλου, αλλά των οποίων το έργο δεν δείχνει τίποτα τέτοιο είναι σημαντικός. Παραδόξως, σε αυτήν την ομάδα ανήκει και ο συγγραφέας των Πράξεων. Ακόμα και ο Λουκάς δεν γνωρίζει τίποτα για την λογοτεχνική δραστηριότητα του αποστόλου! Για τον Λουκά η δραστηριότητα του Παύλου (και του Πέτρου) περιορίζεται σε αυτή ενός ιεραποστόλου και θαυματουργού. Φαίνεται να μην γνωρίζει τίποτα για οποιαδήποτε αλληλογραφία του Παύλου με τις εκκλησίες του. Σε κάθε περίπτωση, δεν λέει τίποτα για αυτό.
Πώς να εξηγήσει κανείς αυτή την περίεργη κατάσταση όπου ο πρώτος και μοναδικός συγγραφέας της Καινής Διαθήκης που ασχολείται με την ιστορία της ζωής του Παύλου δεν αφιερώνει ούτε μια λέξη σχετικά με τις επιστολές του αποστόλου προς τις εκκλησίες του, οι οποίες φάνηκαν τόσο σημαντικές για τους χριστιανούς μερικές δεκαετίες αργότερα ώστε τις θεώρησαν άξιες να συμπεριληφθούν στον κανόνα της Καινής Διαθήκης; Μπορεί κανείς να φανταστεί ότι ένας σημερινός συγγραφέας θα έγραφε μια βιογραφία του Σούμπερτ χωρίς να αναφέρει τα μουσικά του έργα; Τι κρύβεται πίσω από την αξιοσημείωτη σιωπή του Λουκά;
Σύμφωνα με την γενικά αποδεκτή αντίληψη, ο Λουκάς
γράφει μετά τον θάνατο του Παύλου, και έτσι ανατρέχει στην ζωή και το έργο του αποστόλου. Αν δεν αναφέρει τις επιστολές του αποστόλου, ο λόγος για αυτό πρέπει να αναζητηθεί στις ακόλουθες τρεις εξηγήσεις:
1. Ο Λουκάς γνώριζε τα συγγράμματα του Παύλου, αλλά για ορισμένους λόγους δεν ήθελε, ή δεν μπορούσε να τα αναφέρει.
2. Ο Λουκάς δεν γνώριζε τα συγγράμματα του Παύλου, παρόλο που υπήρχαν ήδη.
3. Ο Λουκάς δεν ήξερε τα συγγράμματα του Παύλου επειδή στην εποχή του δεν υπήρχε ακόμη καθόλου γραμματεία στο όνομα του Παύλου.
Είναι αυτονόητο ότι σήμερα η αξιοσημείωτη σιωπή του Λουκά σχετικά με τις επιστολές του Παύλου πρέπει να εξηγηθεί είτε με το 1) μόνο, είτε ίσως με το 2), αφού το 3) θα προϋπέθετε την μη αυθεντικότητα όλων των επιστολών του Παύλου, κάτι που είναι αδύνατον σε μια έρευνα που παραμένει σταθερή στο αξίωμα της αυθεντικότητας όλων των επιστολών του Παύλου, και που μέχρι τώρα δεν το είχε θεωρήσει ούτε μια φορά ως μια προσωρινή υπόθεση εργασίας.
Βεβαίως, οι λόγοι που δίνονται για το γεγονός ότι ο Λουκάς δεν γνώριζε τα γραπτά του Παύλου, αν και υπήρχαν ήδη, φαίνονται εντελώς τεχνητοί. Η υπόθεση ότι κατά την διάρκεια της αναζήτησής του για λεπτομέρειες σχετικά με την ζωή του αποστόλου ο Λουκάς δεν άκουσε τίποτα για τις επιστολές που υποτίθεται ότι ήταν τόσο σεβαστές και εκτιμημένες στις εκκλησίες είναι εξαιρετικά απίθανη.
Πιο πιθανή, από την άλλη πλευρά, είναι η υπόθεση του G. Klein ότι «αποσιωπώντας τα παυλικά κείμενα» ο Λουκάς ήθελε να «εξουδετερώσει την θεολογία του Παύλου η οποία εθεωρείτο απαίσια από την ορθόδοξη σκέψη». Με άλλα λόγια, η θέση του Klein σημαίνει ότι ο Λουκάς αγνόησε εν γνώσει του τις επιστολές του Παύλου επειδή με πολλούς τρόπους ήταν ενοχλητικές για την εκκλησία της εποχής του. [...]
Η σιγή της Αποκάλυψης
Αυτό που ισχύει για τις Πράξεις ισχύει και για το τελευταίο βιβλίο του κανόνα της Καινής Διαθήκης, την Αποκάλυψη του Ιωάννη, η οποία σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη γράφτηκε ίσως την περίοδο μεταξύ 81 και 96 ΚΕ. Θα πρέπει επίσης να μπορεί κάποιος να προϋποθέσει ότι ο συγγραφέας της Αποκάλυψης έχει επίγνωση του Παύλου και των επιστολών του Παύλου, καθώς οι επτά επιστολές που περιέχονται στο κείμενο απευθύνονται σε εκκλησίες που ανήκουν στην περιοχή του ιεραποστολικού έργου του Παύλου: Έφεσος, Σμύρνη, Πέργαμος, Θυάτειρα, Σάρδεις, Φιλαδέλφεια και Λαοδίκεια.
Και εδώ απογοητευόμαστε. Ο συγγραφέας της Αποκάλυψης, που σύμφωνα με την παραδοσιακή άποψη γράφει μόνο λίγες δεκαετίες μετά τον Παύλο, φαίνεται να μην έχει ακούσει τίποτα για τον Παύλο ή τις επιστολές του. Ταυτοχρόνως, είχε κάθε είδους λόγο να μιλήσει γι’ αυτόν. Πάνω απ’
όλα, ο αποκαλυπτικός συγγραφέας, ο οποίος ήταν πλήρης πάθους για τα χριστιανικά μαρτύρια, δεν θα μπορούσε να αγνοήσει το μαρτύριο του ίδιου του Παύλου στην Ρώμη.
Ο μη Ιουδαίος Παύλος
Αντίστοιχη με την θέση μας ότι τα γράμματα του Παύλου προήλθαν αρχικά από κύκλους Μαρκιωνιτών (που θα σήμαινε, πρώτα απ’
όλα, εθνικούς χριστιανικούς κύκλους) είναι η παρατήρηση ότι ο πραγματικός συγγραφέας των επιστολών (όπως και ο επιμελητής) εκφράζεται ξανά και ξανά με τρόπους που οδηγούν στο συμπέρασμα ότι - αντίθετα με τον ισχυρισμό που προβάλλει ο ίδιος - δεν είναι καθόλου Εβραίος εκ γενετής.
Πάνω απ’
όλα, στην προς Ρωμαίους και στις δύο επιστολές προς Κορινθίους φαίνεται ότι ο συγγραφέας σκέφτεται και γράφει όχι με ιουδαϊκή συνείδηση, αλλά με μη ιουδαϊκή. Για παράδειγμα, ενώ ένας πιστός Εβραίος (όπως ένας μουσουλμάνος σήμερα) χωρίζει τον κόσμο σε πιστούς και μη πιστούς (= Goyim), ο συγγραφέας της προς Ρωμαίους διακρίνει με καλό ελληνικό τρόπο μεταξύ Ελλήνων και βαρβάρων (Ρωμ. 1:14). Η έννοια του βαρβάρου έχει έναν γνήσιο ελληνικό τόνο και θα ακουγόταν περίεργος ακόμη και στο στόμα ενός υποτιθέμενου Εβραίου της Διασποράς από την Ταρσό. Σε άλλα σημεία επίσης, δεν αποκομίζει κάποιος ακριβώς την εντύπωση ότι ο συγγραφέας της προς Ρωμαίους γράφει σαν κάποιον που ανατράφηκε στον Ιουδαϊσμό και είναι εξοικειωμένος με τα ήθη και τις πρακτικές του (1:16 - 2:9, 10, 17, 28, 29 - 3:1, 9, 29 - 10:12).
Το εδάφιο Ρωμ. 3:9 είναι ιδιαιτέρως περίεργο, όπου ο Παύλος θέτει την ερώτηση:
Τί οὖν; προεχόμεθα; που συνήθως μεταφράζεται ως «Τι λοιπόν; Έχουμε πλεονέκτημα;» Η ιδέα είναι λοιπόν ότι σε αυτό το σημείο ο Παύλος ήθελε να ρωτήσει εάν οι Εβραίοι, των οποίων τα πλεονεκτήματα μόλις συζητούσε εκτενώς, έχουν πλεονέκτημα έναντι των Εθνών εξαιτίας αυτών των προνομίων: «Τι, λοιπόν, έχουμε εμείς [οι Εβραίοι] πλεονέκτημα;» . Κυριολεκτικά, όμως, το κείμενο
λέει κάτι διαφορετικό: Όχι «Έχουμε πλεονέκτημα;» (ενεργητική), αλλά, «Μας ξεπέρασαν;» (παθητική).
Αν και αυτή είναι η μόνη γραμματικά σωστή μετάφραση, δεν βρίσκεται στις σημερινές εκδόσεις της Βίβλου επειδή δεν μπορεί να συμβιβαστεί με την υπόθεση ότι το άτομο που το έγραψε αυτό ήταν Εβραίος. Θα προϋπέθετε ότι ο συγγραφέας αυτού του αποσπάσματος ήταν Έλληνας, ή τουλάχιστον μη Εβραίος, που έχοντας μια τέτοια επίγνωση γράφει: «Τι λοιπόν; Είμαστε [οι μη Εβραίοι] ξεπερασμένοι [από τους Εβραίους, των οποίων τα προνόμια συζητήθηκαν μόλις στους στίχους 1-2];»
Ο συγγραφέας αυτού του αποσπάσματος είχε ξεχάσει προς στιγμήν ότι, σύμφωνα με την οικουμενική παράδοση, το άτομο στο όνομα του οποίου είναι γραμμένη η επιστολή υποτίθεται ότι είναι Εβραίος εκ γενετής. Αν το καταλάβει κάποιος αυτό, το κείμενο γίνεται αμέσως σαφές. Δεν χρειάζεται να το θεωρήσει χαλκευμένο, όπως κάνουν πολλοί εξηγητές· δεν χρειάζεται να δώσει στις λέξεις άλλο νόημα από αυτό που αποκτούν γραμματικά.
Και στις επιστολές προς Κορινθίους μπορεί κανείς να βρει μαρτυριάρες ενδείξεις για την πραγματική καταγωγή του συγγραφέα. Φυσικά και εδώ ο συγγραφέας εμφανίζεται ως Εβραίος (Β΄ Κορ. 11:22)· αλλά ο εμφατικός τρόπος που το κάνει αυτό, σίγουρα, είναι ήδη κάπως ύποπτος. Σε κάθε περίπτωση, στην Α΄ Κορ. 14:11 ο συγγραφέας χρησιμοποιεί ξανά τον όρο «βάρβαρος» με τυπικό ελληνικό τρόπο. Στην Α΄ Κορ. 9:12 ο Ιουδαίος Παύλος λέει ότι «στους Ιουδαίους έγινα ως Ιουδαίος». Ρωτάει κανείς με απορία γιατί πρέπει πρώτα να γίνει αυτό που ήταν ήδη εδώ και πολύ καιρό!
Το Α΄ Κορ. 11:4 είναι επίσης πολύ αξιοσημείωτο, όπου ο Παύλος δίνει οδηγίες στους άνδρες να μην προσεύχονται με καλυμμένα τα κεφάλια τους, αφού αυτό είναι ντροπή:
πᾶς ἀνὴρ
προσευχόμενος ἢ προφητεύων κατὰ κεφαλῆς ἔχων
καταισχύνει τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ.
Αν θυμηθεί κανείς ότι ακόμη και μέχρι σήμερα οι άνδρες Εβραίοι είναι υποχρεωμένοι να φορούν κάλυμμα στο κεφάλι στην λειτουργία τους, μπορεί να αντιληφθεί αυτή την οδηγία μόνο ως ένδειξη ότι ο συγγραφέας αυτής της επιστολής σίγουρα δεν θα μπορούσε να έχει ανατραφεί κατά την εβραϊκή παράδοση. Αν ήταν πραγματικά ο Παύλος ο Εβραίος, θα είχε σταματήσει τουλάχιστον για μια στιγμή εδώ και θα προσπαθούσε να δικαιολογήσει τον κανονισμό του (που θα ακουγόταν εξωφρενικός στα αυτιά των Εβραίων). Αντιθέτως, εδώ συνδέεται με την ελληνική πρακτική: «Ο ελεύθερος Έλληνας δεν σκεπάζει το κεφάλι του· σκεπάζει το κεφάλι του μόνο σε περιπτώσεις μεγάλης θλίψης». [...]
Από τον Σαούλ στον Παύλο
Αν επιπροσθέτως αναλογιστούμε ότι ο συγγραφέας των επιστολών μιλάει μόνο για τον Παύλο και ποτέ για τον Σαούλ και ότι η χρήση του ονόματος Σαούλ είναι επομένως μια ιδιαιτερότητα των Καθολικών Πράξεων που δεν βρίσκουμε πουθενά αλλού, αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι ο Τερτυλλιανός και η καθολική παράδοση, της οποίας εμφανίζεται ως εκπρόσωπος, είχε προφανώς έντονο δογματικό ενδιαφέρον να συνδέσει τον απόστολο Παύλο (με τον ίδιο τρόπο όπως οι δώδεκα απόστολοι) με την εβραϊκή παράδοση. Δεδομένου ότι στον πρώιμο Χριστιανισμό οι δογματικές ανησυχίες προηγούνταν κατά κανόνα των ιστορικών ανησυχιών και τις ξεπερνούσαν σε σημασία, αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι το εβραϊκό όνομα Σαούλ προσαρτήθηκε αργότερα στον απόστολο Παύλο, και μάλιστα με σκοπό να υποδείξει με αλάνθαστο τρόπο τις εβραϊκές ρίζες και την καταγωγή του αποστόλου. Με άλλα λόγια, το όνομα Σαούλ πιθανότατα δόθηκε στον απόστολο όχι από τους γονείς του, αλλά από την Καθολική εκκλησία του δεύτερου αιώνα - πιθανώς για πρώτη φορά από τον πολυμήχανο Καθολικό που έγραψε τις Πράξεις! Δεν ισχύει, επομένως, όπως συχνά υποθέτει κανείς, ότι το όνομα Παύλος προήλθε από το Σαούλ (κάτι που επί πλέον δεν είναι πειστικό από μόνο του γιατί υπάρχει μόνο μια τονική σύνδεση μεταξύ του Σαούλ και του Παύλου και καμμία σχέση ως προς την σημασία: δηλ., Παύλος = «ο μικρός» δεν είναι μετάφραση του Σαούλ = «ο ζητούμενος»!), αλλά, αντιθέτως, όσον αφορά την παράδοση-ιστορία, το όνομα «Παύλος» πήρε το εβραϊκό όνομα «Σαούλ» ως μεταγενέστερο συνημμένο.
Η πρόθεση αυτού που απέδωσε το εβραϊκό όνομα Σαούλ στον Παύλο ήταν να ενσωματώσει τον απόστολο στην εβραϊκή παράδοση. Μέσω του ονόματος, η μορφή του αποστόλου θα μπορούσε έτσι να συνδεθεί για πάντα με την εβραϊκή παράδοση, στην οποία μέχρι σήμερα τίποτα δεν είναι γνωστό για έναν μαθητή του Γαμαλιήλ ονόματι Σαούλ. Με αυτόν τον τρόπο, το έδαφος θα μπορούσε ουσιαστικά να αποκοπεί από τις φήμες, όπως αυτές που διαδίδονταν, για παράδειγμα, σε ακραίους αντιπαυλικούς κύκλους, στους οποίους λεγόταν ότι ο απόστολος δεν ήταν ποτέ Εβραίος.
The Fabricated Paul, σελ. 13-202