Ενώ έχουμε
δει ότι πολλές από τις σκηνές του
Ευαγγελίου του Μάρκου βασίζονται σε
λογοτεχνικές νύξεις στις εβραϊκές
γραφές, ο ίδιος ο χαρακτήρας του Ιησού
βασίζεται στον Παύλο. Είναι σαφές από
την ανάλυση του Ευαγγελίου που ονομάζεται
Μάρκος ότι ο συγγραφέας αυτής της
ιστορίας είχε διαβάσει τις επιστολές
του Παύλου και τις χρησιμοποίησε ως
έμπνευση για τον χαρακτήρα και τις
διδασκαλίες του Ιησού. Αυτό είναι ένα
εξαιρετικά σημαντικό γεγονός γιατί
δείχνει ότι η ευαγγελική ιδέα του Ιησού
προήλθε από τα γραπτά του Παύλου, όχι
από οποιαδήποτε ανεξάρτητη γνώση ή
ιστορίες για ένα πραγματικό πρόσωπο.
Αυτό καταδεικνύει περαιτέρω τις
λογοτεχνικές εξαρτήσεις της αφήγησης
του Ευαγγελίου. Λάβετε υπόψιν ότι οι
επιστολές του Παύλου είναι ευρέως
αποδεκτό ότι γράφτηκαν κάπου μεταξύ 50
και 65 ΚΕ, ενώ το Ευαγγέλιο του Μάρκου
είναι πλέον ευρέως αποδεκτό ότι γράφτηκε
λίγο μετά το 70 ΚΕ.
Ίσως η πιο
συγκλονιστική πτυχή αυτού είναι το
γεγονός ότι χρειάστηκε τόσος χρόνος
για να αναγνωριστεί η σχέση μεταξύ των
Ευαγγελίων και των επιστολών του Παύλου.
Ωστόσο, το ότι το Ευαγγέλιο του Μάρκου
είναι μια φανταστική αλληγορία στην
οποία ο χαρακτήρας του Ιησού βασίζεται
στον Παύλο δεν είναι μια εντελώς νέα
έννοια. Από τότε που ανέπτυξα αυτήν την
θέση, έμαθα ότι η ιδέα προτάθηκε από τον
Γερμανό μελετητή Gustav Volkmar το 1857, και έχει
προωθηθεί πιο πρόσφατα από τον Tom Dykstra
στο βιβλίο του, Mark, Canonizer of Paul, το 2012.
Ωστόσο, είναι
συγκλονιστικό το γεγονός ότι αυτά τα
κείμενα έχουν συνδεθεί μαζί στο ίδιο
βιβλίο για χιλιάδες χρόνια, έχουν
μελετηθεί από χιλιάδες Χριστιανούς
μελετητές, έχουν διαβαστεί από εκατομμύρια
ανθρώπους και χρειάστηκε τόσος χρόνος
ώστε να αναγνωριστεί και να κατανοηθεί
πλήρως η σχέση μεταξύ των επιστολών του
Παύλου και του Ευαγγελίου του Μάρκου.
Οι συνέπειες εδώ είναι πραγματικά αρκετά
εκπληκτικές, ειδικά υπό το φως του
γεγονότος ότι ο ίδιος ο Παύλος δηλώνει
ότι η γνώση του για τον Ιησού και τις
διδασκαλίες του «δεν έχει ανθρώπινη
προέλευση» αλλά μάλλον οφείλεται σε «αποκάλυψη».
Έτσι, εάν ο Ιησούς του Μάρκου βασίζεται
στα γραπτά του Παύλου, τότε ο Ιησούς του
Μάρκου δεν έχει καμμία σχέση με κανένα
πραγματικό πρόσωπο, γιατί σύμφωνα με
τον ίδιο τον Παύλο, η «γνώση» του Παύλου
για τον Ιησού δεν προήλθε από κανέναν.
Γαλάτας 1:
Γνωρίζω
δὲ ὑμῖν, ἀδελφοί, τὸ εὐαγγέλιον τὸ
εὐαγγελισθὲν ὑπ᾿ ἐμοῦ ὅτι οὐκ ἔστι
κατὰ ἄνθρωπον· οὐδὲ γὰρ ἐγὼ παρὰ
ἀνθρώπου παρέλαβον αὐτὸ οὔτε ἐδιδάχθην,
ἀλλὰ δι᾿ ἀποκαλύψεως Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Ἠκούσατε γὰρ τὴν ἐμὴν ἀναστροφήν
ποτε ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ, ὅτι καθ᾿
ὑπερβολὴν ἐδίωκον τὴν ἐκκλησίαν τοῦ
Θεοῦ καὶ ἐπόρθουν αὐτήν, καὶ προέκοπτον
ἐν τῷ Ἰουδαϊσμῷ ὑπὲρ πολλοὺς
συνηλικιώτας ἐν τῷ γένει μου, περισσοτέρως
ζηλωτὴς ὑπάρχων τῶν πατρικῶν μου
παραδόσεων. Ὅτε δὲ
εὐδόκησεν ὁ Θεὸς ὁ ἀφορίσας με ἐκ
κοιλίας μητρός μου καὶ καλέσας διὰ τῆς
χάριτος αὐτοῦ ἀποκαλύψαι
τὸν υἱὸν αὐτοῦ ἐν ἐμοί, ἵνα
εὐαγγελίζωμαι αὐτὸν ἐν τοῖς ἔθνεσιν,
εὐθέως οὐ προσανεθέμην σαρκὶ καὶ
αἵματι, οὐδὲ
ἀνῆλθον εἰς Ἱεροσόλυμα πρὸς τοὺς
πρὸ ἐμοῦ ἀποστόλους, ἀλλὰ ἀπῆλθον
εἰς Ἀραβίαν, καὶ πάλιν ὑπέστρεψα εἰς
Δαμασκόν.
Στις
επιστολές του Παύλου, ο Παύλος αναφέρει
τον Ιησού Χριστό πολλές φορές, αλλά τον
περιγράφει ως ένα είδος απόμακρου όντος
ή με μεταφορικούς τρόπους, όπως θα
εξετάσουμε. Στις επιστολές του Παύλου,
ο Παύλος δεν παρουσιάζει τις διδασκαλίες
του ως προερχόμενες από τον Ιησού·
μιλάει απλώς για τις δικές του διδασκαλίες.
Αυτό που βλέπουμε στο Ευαγγέλιο που
ονομάζεται Μάρκος, ωστόσο, είναι ότι οι
διδασκαλίες που παρουσιάζονται στις
επιστολές του Παύλου ως προερχόμενες
από τον ίδιο τον Παύλο αποδίδονται τώρα
στον Ιησού. Η παραδοσιακή χριστιανική
υπόθεση σχετικά με τις ομοιότητες μεταξύ
των διδασκαλιών του Παύλου και των
διδασκαλιών του Ιησού ήταν πάντοτε ότι
οι διδασκαλίες του Παύλου είναι παρόμοιες
με τις διδασκαλίες του Ιησού επειδή ο
Παύλος έμαθε τις διδασκαλίες του Ιησού
μέσω της πρώιμης χριστιανικής κοινότητας
και μετέφερε πράγματα που είχε πει ο
Ιησούς (παρά το γεγονός ότι ο ίδιος ο Παύλος
λέει ότι δεν έμαθε τίποτα για τον Ιησού
από κανέναν και ότι όλα του ήρθαν σε
οράματα).
Αυτό
που φαίνεται να ισχύει, ωστόσο, είναι
ότι αυτή η υπόθεση είναι εντελώς
αντίστροφη. Οι διδασκαλίες του Ιησού
που παρουσιάζονται στα Ευαγγέλια είναι
παρόμοιες με τις διδασκαλίες του Παύλου,
επειδή είναι στην πραγματικότητα
διδασκαλίες του Παύλου, οι οποίες αντιγράφηκαν
από τις επιστολές του Παύλου από τον
συγγραφέα του Μάρκου και εν συνεχεία
αντιγράφηκαν σε άλλα γραπτά από το
Ευαγγέλιο που ονομάζεται Μάρκος. Οπότε
αυτό που πραγματικά βλέπουμε είναι μια
αδιάσπαστη αλυσίδα κειμενικού δανεισμού.
Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τις
παραδοσιακές χριστιανικές υποθέσεις,
οι οποίες θεωρούν καθένα από τα Ευαγγέλια
και τις επιστολές του Παύλου ως ανεξάρτητα
γραπτά που επιβεβαιώνουν το ένα το άλλο.
Αυτά δεν είναι ανεξάρτητα κείμενα που
επιβεβαιώνουν το ένα το άλλο. Αντίθετα,
αυτό που έχουμε είναι μια αλυσίδα γραπτών
που αντιγράφονται το ένα από το άλλο.
[...]
Η
πρώτη ένδειξη ότι ο συγγραφέας του
Μάρκου είχε διαβάσει και χρησιμοποιούσε
τις επιστολές του Παύλου προέρχεται
από τα βοηθητικά πρόσωπα της ιστορίας.
Μάρκος
8:
Περιπατῶν
δὲ παρὰ τὴν θάλασσαν τῆς Γαλιλαίας
εἶδε Σίμωνα καὶ Ἀνδρέαν τὸν ἀδελφὸν
αὐτοῦ τοῦ Σίμωνος, βάλλοντας ἀμφίβληστρον
ἐν τῇ θαλάσσῃ· ἦσαν γὰρ ἁλιεῖς· καὶ
εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· δεῦτε ὀπίσω
μου, καὶ ποιήσω ὑμᾶς γενέσθαι ἁλιεῖς
ἀνθρώπων. καὶ εὐθέως ἀφέντες τὰ
δίκτυα αὐτῶν ἠκολούθησαν αὐτῷ. Καὶ προβὰς
ἐκεῖθεν ὀλίγον εἶδεν Ἰάκωβον τὸν
τοῦ Ζεβεδαίου καὶ Ἰωάννην τὸν ἀδελφὸν
αὐτοῦ, καὶ αὐτοὺς ἐν τῷ πλοίῳ
καταρτίζοντας τὰ δίκτυα, καὶ εὐθέως
ἐκάλεσεν αὐτούς. καὶ ἀφέντες τὸν
πατέρα αὐτῶν Ζεβεδαῖον ἐν τῷ πλοίῳ
μετὰ τῶν μισθωτῶν ἀπῆλθον ὀπίσω αὐτοῦ.
Στο Ευαγγέλιο
που ονομάζεται Μάρκος, βρίσκουμε ότι
οι τρεις κύριοι μαθητές είναι ο Πέτρος,
ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης (στον Μάρκο 3,
μας λένε ότι ο Σίμων είναι ο Πέτρος).
«Τυχαίνει» ότι, σύμφωνα με τον Παύλο,
οι ηγέτες της λατρείας του Ιησού στο
Ισραήλ ήταν ο Πέτρος, ο Ιάκωβος και ο
Ιωάννης.
Γαλάτας 2:
καὶ
γνόντες τὴν χάριν τὴν δοθεῖσάν μοι,
Ἰάκωβος καὶ Κηφᾶς καὶ Ἰωάννης, οἱ
δοκοῦντες στῦλοι εἶναι, δεξιὰς ἔδωκαν
ἐμοὶ καὶ Βαρνάβᾳ κοινωνίας, ἵνα ἡμεῖς
εἰς τὰ ἔθνη, αὐτοὶ δὲ εἰς τὴν περιτομήν·
Στις
επιστολές του Παύλου, οι Πέτρος, Ιάκωβος
και Ιωάννης, μαζί με οποιονδήποτε άλλο
σχετίζεται με το κίνημα του Ιησού,
ονομάζονται όλοι απόστολοι, όχι μαθητές.
Ο ίδιος ο Παύλος ήταν απόστολος, που
είναι απλώς κάτι σαν ιεραπόστολος, και
ο Παύλος είπε ότι ο Ιάκωβος, ο Ιωάννης
και ο Πέτρος, καθώς και οι άλλοι, ήταν
όλοι απόστολοι σαν αυτόν. Αλλά ο Παύλος
δεν υπονόησε ποτέ ότι αυτοί οι άνθρωποι,
ή οποιοσδήποτε άλλος, γνώρισαν ποτέ τον
Ιησού ή ότι ήταν προσωπικοί μαθητές
του. Επί πλέον, στις επιστολές του Παύλου,
όπως θα δούμε, ο Παύλος βασικά ισχυρίζεται
ότι ο Ιάκωβος, ο Ιωάννης και ο Πέτρος
είναι υποκριτές και ότι δεν καταλαβαίνουν
το «ευαγγέλιο». Την εποχή που ο Παύλος
έγραφε τις επιστολές του, ωστόσο, κάπου
γύρω στο 50 ΚΕ, τα Ευαγγέλια δεν είχαν
ακόμη γραφτεί. Το «ευαγγέλιο» για το
οποίο μιλάει ο Παύλος εδώ είναι απλώς
οι διδασκαλίες της λατρείας του Ιησού.
Αυτό
που βρίσκουμε στο Ευαγγέλιο που ονομάζεται
Μάρκος είναι ότι η σχέση μεταξύ Ιησού και των Πέτρου, Ιακώβου και Ιωάννη
αντικατοπτρίζει την σχέση μεταξύ του
Παύλου και αυτών των ατόμων στις επιστολές
του Παύλου. Ωστόσο, όλη η παραδοσιακή
χριστιανική κατανόηση ως προς αυτά τα
άτομα είναι ότι ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης
που αναφέρονται στις επιστολές του
Παύλου είναι διαφορετικοί Ιάκωβος και
Ιωάννης από τον Ιάκωβο και τον Ιωάννη
που αναφέρονται στα Ευαγγέλια. Σύμφωνα
με την παραδοσιακή χριστιανική αντίληψη,
ο Ιάκωβος που αναφέρεται στις επιστολές
του Παύλου είναι κυριολεκτικά ο αδελφός
του Ιησού, ενώ ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης
που είναι μαθητές του Ιησού στα Ευαγγέλια
προφανώς δεν σχετίζονται με αυτόν. [...]
Ας δούμε τώρα
σαφή παραδείγματα προφανούς κειμενικού
δανεισμού από τον συγγραφέα του Μάρκου
από τις επιστολές του Παύλου.
Μάρκος 7:
ἔλεγε δὲ ὅτι τὸ ἐκ
τοῦ ἀνθρώπου ἐκπορευόμενον, ἐκεῖνο
κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον. ἔσωθεν γὰρ ἐκ
τῆς καρδίας τῶν ἀνθρώπων οἱ διαλογισμοὶ
οἱ κακοὶ ἐκπορεύονται, μοιχεῖαι,
πορνεῖαι, φόνοι, κλοπαί, πλεονεξίαι, πονηρίαι,
δόλος, ἀσέλγεια, ὀφθαλμὸς πονηρός,
βλασφημία, ὑπερηφανία, ἀφροσύνη· πάντα
ταῦτα τὰ πονηρὰ ἔσωθεν ἐκπορεύεται
καὶ κοινοῖ τὸν ἄνθρωπον.
Αυτό μοιάζει πολύ με
ένα απόσπασμα από την επιστολή του
Παύλου προς Γαλάτας.
Γαλάτας 5:
Λέγω δέ, πνεύματι
περιπατεῖτε καὶ ἐπιθυμίαν σαρκὸς οὐ
μὴ τελέσητε. ἡ γὰρ σὰρξ ἐπιθυμεῖ κατὰ
τοῦ πνεύματος, τὸ δὲ πνεῦμα κατὰ τῆς
σαρκός· ταῦτα δὲ ἀντίκειται ἀλλήλοις,
ἵνα μὴ ἃ ἂν θέλητε ταῦτα ποιῆτε. εἰ
δὲ Πνεύματι ἄγεσθε, οὐκ ἐστὲ ὑπὸ
νόμον. φανερὰ δέ ἐστι τὰ ἔργα τῆς
σαρκός, ἅτινά ἐστι μοιχεία, πορνεία,
ἀκαθαρσία, ἀσέλγεια, εἰδωλολατρία,
φαρμακεία, ἔχθραι, ἔρεις, ζῆλοι, θυμοί,
ἐριθεῖαι, διχοστασίαι, αἱρέσεις,
φθόνοι, φόνοι, μέθαι, κῶμοι καὶ τὰ ὅμοια
τούτοις, ἃ προλέγω ὑμῖν καθὼς καὶ
προεῖπον, ὅτι οἱ τὰ τοιαῦτα πράσσοντες
βασιλείαν Θεοῦ οὐ κληρονομήσουσιν.
Έχετε κατά
νου ότι το Ευαγγέλιο που ονομάζεται
Μάρκος γράφτηκε δεκαετίες μετά την
συγγραφή των έργων του Παύλου, ότι οι
διδασκαλίες του Παύλου δεν παρουσιάζονται
ποτέ ως διδασκαλίες του Ιησού από τον
Παύλο, ότι ο Παύλος ισχυρίζεται ότι δεν
έμαθε τίποτα για τον Ιησού από κανέναν
άλλο (αν και η αλήθεια αυτού θα μπορούσε
να τεθεί υπό αμφισβήτηση), και ο Παύλος
δεν ισχυρίζεται ποτέ ότι έχει κάποια
γνώση για τον Ιησού πλην της αποκάλυψης.
Έχετε επίσης κατά νου ότι οι επιστολές
του Παύλου αντιγράφηκαν και κυκλοφόρησαν
πολλές φορές τον πρώτο αιώνα πριν γίνουν
μέρος του κανόνα και ότι υπάρχουν πολλές
εκδοχές ορισμένων επιστολών με διαφορετική
διατύπωση. Θα μπορούσε κάλλιστα το
απόσπασμα του Μάρκου να αντιγράφει τον
κατάλογο των ελαττωμάτων του απευθείας
από μια επιστολή του Παύλου λέξη προς
λέξη, αλλά η έκδοσή του ήταν ελαφρώς
διαφορετική από την πλέον κανονική
έκδοση. Ακόμα και έτσι, η ομοιότητα
μεταξύ των δύο αποσπασμάτων είναι
εντυπωσιακή. [...]
Αυτό,
μαζί με πολλά άλλα παραδείγματα
παραλληλισμών μεταξύ των κειμένων του
Μάρκου και των επιστολών του Παύλου,
είναι εξαιρετικά σημαντικό διότι δείχνει
ότι τα γραπτά του Παύλου, αντί να
επιβεβαιώνουν τις ευαγγελικές αφηγήσεις
για τον Ιησού, είναι η πηγή για τον
χαρακτήρα του Ιησού στα Ευαγγέλια.
Πράγματι, αν μπορούμε να πούμε ότι ο
Ιησούς των Ευαγγελίων βασίζεται σε
οποιοδήποτε πραγματικό πρόσωπο, αυτό
το πρόσωπο είναι ο Παύλος.
Deciphering the Gospels, σελ. 40-60