Όποια κι αν είναι τα λάθη του Ιωσήπου, όλα δείχνουν ότι γνωρίζει το έδαφος, τα έθιμα, την ιστορία της περιοχής – και σπεύδει να επισημάνει την άγνοια των άλλων σε αυτά τα θέματα. Ωστόσο, μια κριτική ανάγνωση των αφηγήσεων των ευαγγελίων θα δείξει ότι αυτές γράφτηκαν πολύ μετά τα υποτιθέμενα γεγονότα και μακριά από την σκηνή, και ότι οι συγγραφείς είχαν βαθιά άγνοια σε κάθε σημείο. Παραδίδουν μια κακοφτιαγμένη και ανόητη δουλειά – που σημαίνει ότι κατασκευάζουν την «ζωή του Ιησού» ξεκινώντας από το μηδέν. Ας εξετάσουμε την τεχνογνωσία του Ευαγγελίου. [...]
Περνώντας σε συγκεκριμένες τοποθεσίες, βρίσκουμε την ίδια ασυμφωνία μεταξύ αυτών που είδε ο Ιώσηπος και αυτών που διηγούνται τα ευαγγέλια. Ο Ιώσηπος αναφέρει ότι υπήρχαν 204 πόλεις και χωριά στην Γαλιλαία, και από το σύνολο αυτό αναφέρεται σε 52 ονομαστικά. Παραλείπει την πλέον σημαντική, την Ναζαρέτ, αλλά πρέπει να το προσπάθησε. Ο χάρτης αποκαλύπτει ότι το χωριό φάντασμα περιβαλλόταν από μέρη που καταγράφονται από τον Ιώσηπο, και με συχνή κίνηση μεταξύ αυτών των τόπων. Το διοικητήριο του, η Ιεφθά, ήταν μόνο δύο μίλια νοτιοδυτικά, η Σεπφωρίς ήταν πέντε μίλια βόρεια, η Σιμωνιάς πέντε μίλια δυτικά και η Δαβαρίττα πέντε μίλια ανατολικά. Τι απέγινε η Ναζαρέτ εν μέσω όλων αυτών;
Οι αρχαιολόγοι έχουν σκάψει σε κάθε σημείο ενδιαφέροντος στους Αγίους Τόπους, αλλά κανείς δεν βιάζεται να σκάψει στην Ναζαρέτ και να ελέγξει την ημερομηνία του χαμηλότερου επιπέδου. Ο άνθρακας 14 ίσως δείξει ότι η πόλη εμφανίστηκε στην ανθρωπότητα ακριβώς την στιγμή που ο Χριστιανισμός έγινε η επίσημη θρησκεία της αυτοκρατορίας, περίπου το 325 μ.Χ.[...]
Η Θάλασσα της Γαλιλαίας αποκαλείται πάντοτε Λίμνη του Γεννησάρ από τον Ιώσηπο (σήμερα ονομάζεται Κιννερέτ), και αυτό πρέπει να θεωρείται ως το σωστό όνομα κατά την διάρκεια της ζωής του. Ο θάνατός του τοποθετείται κάποια στιγμή μετά το 100. Ο Μάρκος και ο Ματθαίος χρησιμοποιούν το όνομα Θάλασσα της Γαλιλαίας. Ο Ιωάννης δίνει το όνομα ως Θάλασσα της Τιβεριάδας. Αυτό δεν μπορεί να είναι σωστό. Την πόλη της Τιβεριάδας την απέφευγαν οι θρησκευόμενοι Εβραίοι επειδή η τοποθεσία ήταν νεκροταφείο όταν ιδρύθηκε η πόλη από τον Ηρώδη Αντύπα. Το παλάτι πυρπολήθηκε στις αρχές του πολέμου επειδή περιείχε ειδωλολατρικές εικόνες. Μόνο ο Λουκάς χρησιμοποιεί τον σωστό όρο, αποκαλώντας την Λίμνη Γεννησαρέτ. Αυτό του κάνει περισσότερο κακό παρά καλό. Έχουν συνδεθεί τόσο στενά ο Λουκάς και οι Πράξεις με τον Ιώσηπο ως πηγή που αυτά τα βιβλία έχουν χρονολογηθεί μετά το 100 μ.Χ. Πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί οι τέσσερεις συγγραφείς των ευαγγελίων δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν σε αυτό το πλέον εξέχον χαρακτηριστικό της επαρχίας. [...]
Ο Μάρκος, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως ο πιο ιστορικός και αξιόπιστος από τους συγγραφείς των ευαγγελίων, αναφέρει ότι ένας «τρελός στην έρημο» θεραπεύτηκε από τον Ιησού, ο οποίος έστειλε κακά πνεύματα από τον τρελό σε ένα κοπάδι χοίρων που έπεσε από τον γκρεμό στην Θάλασσα της Γαλιλαίας. Αυτό τοποθετείται στα Γάδαρα, τα οποία απέχουν αρκετά μίλια από την Θάλασσα, αν και τα χειρόγραφα και οι παλαιότερες εκδόσεις γενικά γράφουν Γέρασα, η οποία είναι μια άλλη πόλη περίπου πενήντα μίλια μακριά. Ως προς το πώς μια τοποθεσία μετατράπηκε σε μια άλλη, αυτό εξηγείται από έναν μελετητή:
«Η Γέρασα ήταν πολύ μακριά και η ανάγνωση Γαδαρηνοί είναι πιο εύλογη και έχει αντικαταστήσει την Γέρασα στο παραδοθέν κείμενο. Η φήμη της Γέρασα στους πρώτους αιώνες μπορεί να οδήγησε στην αναζήτηση της αναφοράς της στην Καινή Διαθήκη. Τα ερείπιά της είναι από τα πιο εντυπωσιακά στην Εγγύς Ανατολή».
Σε απλά αγγλικά, ο ευαγγελιστής, από την πλεονεκτική του θέση κάπου στην ρωμαϊκή αυτοκρατορία, είχε ακούσει για την φήμη της Γέρασα και την τοποθέτησε ήρεμα σε έναν γκρεμό δίπλα στην Θάλασσα. Η διόρθωση και η συγκάλυψη γίνονται από τους μεταγενέστερους επιμελητές, με την ίδια απάθεια. Μένουμε με τα εντυπωσιακά ερείπια της αξιοπιστίας του ευαγγελίου. [...]
Η Βηθεσδά περιγράφεται από τους μελετητές ως...
«... μια πόλη στις βόρειες ακτές της Γαλιλαίας κοντά στον Ιορδάνη... Ο Πλίνιος και ο Ιερώνυμος μας λένε ότι ήταν στα ανατολικά του Ιορδάνη...
Αλλά στον Μάρκο 6:45 οι μαθητές εστάλησαν από τα ανατολικά του Ιορδάνη στην Βηθεσδά προς την Καπερναούμ, επομένως μια δεύτερη Βηθεσδά έχει θεωρηθεί δυτικά του Ιορδάνη».
Για να σώσουν τον Μάρκο, οι μελετητές εφευρίσκουν την δεύτερη Βηθεσδά από το τίποτα. Καθόλου παράξενο που οι άγιοι εγκατέλειψαν την αλιεία. Χάνονταν κάθε μέρα. Η άγνοια για την Γαλιλαία είναι παρόμοια με την άγνοια για την Ιουδαία. Όλες οι ευαγγελικές τοποθεσίες που σχετίζονται με την Ιερουσαλήμ δεν επιβεβαιώνονται από τον Ιώσηπο, χωρίς εξαίρεση. Το «παλάτι του αρχιερέα», ο πεζόδρομος Γαββαθά, η λεγόμενη Ωραία Πύλη, ο Γολγοθάς, το Πραιτώριο, ο κήπος της Γεθσημανή – όλα αυτά του είναι άγνωστα και ανεξακρίβωτα.[...]
Η ιστορία της Γέννησης δεν προορίζεται να αναλυθεί με ακριβείς εργαστηριακές τεχνικές, αλλά η εκδοχή του Ματθαίου υπονοεί ότι η Βηθλεέμ βρίσκεται μακριά από την Ιερουσαλήμ. Ο Ηρώδης πρέπει να στείλει απεσταλμένους σε εκείνο το μακρινό μέρος για να μάθουν τι συμβαίνει και μόνο δύο χρόνια αργότερα οι ειδήσεις επιστρέφουν.
«Σκότωσε όλα τα παιδιά που ήταν στην Βηθλεέμ και στα περίχωρα, από δύο ετών και κάτω, σύμφωνα με τον χρόνο που είχε εξακριβώσει από τους Μάγους».
Ο Ματθαίος δεν γνωρίζει ότι η Βηθλεέμ βρισκόταν μόνο έξι μίλια νότια της Ιερουσαλήμ εκείνη την εποχή, και ο Ηρώδης θα μπορούσε να είχε λύσει το θέμα ενός αντιπάλου μέσα σε λίγες ώρες. Το επεισόδιο έχει δημιουργηθεί για να εκπληρώσει ένα βιβλικό χωρίο:
«Η Ραχήλ κλαίει για τα παιδιά της», που απαιτεί περίοδο δύο ετών για την δημιουργία καταλλήλου αριθμού θυμάτων. Όλα είναι απερίσκεπτη εφεύρεση. [...]
Ο Ματθαίος γράφει για την «Ιουδαία πέραν του Ιορδάνου». Αυτό είναι αρκετά απελπιστικό. Ο Ιορδάνης αποτελούσε το ανατολικό όριο της Ιουδαίας.
«Ο δρόμος από την Ιερουσαλήμ στην Γάζα είναι έρημος».
Αυτή η είδηση προέρχεται από «έναν άγγελο Κυρίου» που θα έπρεπε να είναι πιο ενημερωμένος. Η Ιουδαία ήταν μια πολυπληθής επαρχία και οι βιβλικοί χάρτες δείχνουν οκτώ ή εννέα πόλεις μεταξύ Ιερουσαλήμ και Γάζας εκείνη την περίοδο. [...]
Από την παραπάνω λίστα, μένουμε με έντονες αμφιβολίες για το αν έχουμε να κάνουμε με Γαλιλαίους ή ακόμα και με Εβραίους γνώστες των Αγίων Τόπων. Για αυτό το θέμα, πόσο σίγουροι είμαστε ότι έχουμε να κάνουμε με Εβραίους συγγραφείς; Μας έχουν πει αναρίθμητες φορές ότι ο Ιησούς και οι οπαδοί του ήταν εκ γενετής Εβραίοι. Ωστόσο, ένας έλεγχος στα ευαγγέλια θα αποκαλύψει μια άγνοια ως προς τα έθιμα και την χρήση στον Ιουδαϊσμό ίση με την άγνοια σε θέματα γεωγραφίας. Ζητάμε απόδειξη στο ίδιο το περιεχόμενο του Ευαγγελίου ότι έχουμε να κάνουμε εξ αρχής με Εβραίους αυτόπτες μάρτυρες, και πάλι έχουμε το ένα λάθος πάνω στο άλλο. [...]
Ένα άλλο σημιτικό ταμπού αφορά την γύμνια. Αυτό χρησιμοποιείται πάντοτε με την έννοια της μομφής, ωστόσο οι συγγραφείς των ευαγγελίων δείχνουν μια ελληνορωμαϊκή αδιαφορία για το γυμνό. Ο Λουκάς είναι πεπεισμένος ότι για να λιθοβολήσουν έναν άνδρα, οι ορθόδοξοι Εβραίοι βγάζουν πρώτα τα ρούχα τους, όπως και οι αθλητές στο στάδιο. «Οι μάρτυρες απέθεσαν τα ρούχα τους». [...]
Ο Πέτρος, ένας άλλος ορθόδοξος Εβραίος, πηγαίνει για ψάρεμα γυμνός, αλλά όταν είναι να κολυμπήσει γίνεται σεμνότυφος και φοράει τα ρούχα του: «Όταν ο Σίμων Πέτρος άκουσε ότι ήταν ο Κύριος, φόρεσε τον επενδύτη του, γιατί ήταν γυμνός, και ρίχτηκε στην θάλασσα». Μα τι συμβαίνει εδώ; [...]
Μια άλλη κραυγαλέα απόκλιση από τα εβραϊκά ήθη και έθιμα είναι η θέση που παίρνουν τα τρία πρώτα ευαγγέλια ότι μια πλήρης δίκη και σταύρωση θα μπορούσαν να γίνουν σε μια ιερή γιορτή. Ο Ματθαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς φτιάχνουν τον Μυστικό Δείπνο ως το πασχαλινό γεύμα, που σημαίνει ότι η Παρασκευή, την επόμενη μέρα, ήταν επίσης Πάσχα, κατά την εβραϊκή χρονολόγηση.
«Το Πάσχα ήταν μια από τις πιο ιερές ημέρες στο εβραϊκό ημερολόγιο και καλυπτόταν από τους πιο αυστηρούς κανονισμούς. Φαίνεται αδιανόητο ότι ο Ιησούς θα είχε συλληφθεί, δικαστεί, καταδικαστεί, σταυρωθεί και θαφτεί τέτοια μέρα».
Πολλές εξηγήσεις έχουν προταθεί από τους απολογητές για αυτήν την απόκλιση, αλλά το ξεκάθαρο συμπέρασμα είναι ότι οι τρεις συγγραφείς των ευαγγελίων απλά δεν γνώριζαν την σημασία του Πάσχα και έκαναν ένα χονδροειδές λάθος επειδή δεν γνώριζαν. Αυτή είναι η ουσία και καμμία απολογητική δεν μπορεί να την κρύψει. Ήταν Εβραίοι ή όχι; [...]
Από τα στοιχεία που υποβλήθηκαν παραπάνω, προκύπτει το ξεκάθαρο συμπέρασμα ότι οι συγγραφείς των ευαγγελίων δεν γνώριζαν την γεωγραφία και τα έθιμα των Αγίων Τόπων και δεν γνώριζαν τον ίδιο τον Ιουδαϊσμό. Αυτό σημαίνει ότι δεν χρησιμοποιούσαν «ιστορικές παραδόσεις», αλλά εργάζονταν και προσάρμοζαν, πηγαίο υλικό που δεν είχε καμμία σχέση με ιστορικά δεδομένα οποιουδήποτε είδους.
Εάν οι συγγραφείς αγνοούσαν μείζονα στοιχεία στην γεωγραφία, τα έθιμα και την θρησκεία, πώς μπορούν να δίνουν άμεσες αυτολεξεί αναφορές για το τι είπε ο Ιησούς, και αν σφάλλουν σε τόσα πολλά γιατί να πιστέψουμε οποιοδήποτε μέρος της αφήγησής τους;
The Fabrication of the Christ Myth, σελ. 181-191